Denis Diderot, Τρεις ιστορίες, Εκδόσεις Πόλις

“Αν βρεθεί ένας καλός και τίμιος Τανιέ, η Θεία Πρόνοια θα τον στείλει στα χέρια μιας Ρεμέ ͘  κι αν υπάρχει μια καλή και τίμια ντε Λα Σο, θα την παραχωρήσει σε κάποιον Γκαρντέιγ, έτσι ώστε να υπάρχει η καλύτερη δυνατή ισορροπία” αναφέρει ο Ντιντερό σε μία από τις ιστορίες του με τίτλο “Αυτό δεν είναι παραμύθι”. Ο Ντιντερό, με ορμητήριο τις απόψεις που καταγράφονται στο μεγάλο πόνημα της Εγκυκλοπαίδειας αλλά και με οδηγό τα ερωτήματα περί ερωτικής επιθυμίας και ηθικής προχωρά σε τρεις ιστορίες που ενέχουν πολλές απαντήσεις, απαντήσεις που ο ίδιος ο αναγνώστης οφείλει να βρει και να συλλογιστεί.

ΔΕΙΤΕ ΤΟ!

Ο Ντιντερό, όντας ενεργός σε μια εποχή εξαιρετικά σημαντικών γεγονότων και σε ένα ολοένα αυξανόμενα ασταθές πολιτικό περιβάλλον που συνεχώς μεταβαλλόταν εξέφραζε την ανάγκη να μιλήσει για θέματα που απασχολούσαν τόσο τον ίδιο όσο και την γαλλική κοινωνία. Ενώπιον ενός μεταβατικού σταδίου με αποκορύφωμα το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης όπου όλα ανετράπησαν, ουσιαστικά προετοιμάζει το έδαφος με τον καίριο και στοχαστικό του λόγο μιλώντας την γλώσσα της αλήθειας με τον τρόπο που μόνο εκείνος γνωρίζει.

Ένας ξεχωριστός διανοούμενος γλωσσοπλάστης

Οι τρεις ιστορίες που παρουσιάζονται εδώ είναι μέρος της έντονης συγγραφικής δραστηριότητας του συγγραφέα γύρω από το θέμα του έρωτα και την επίδραση που έχει αυτό στην κοινωνία της εποχής. Όπως διαβάζουμε στο εξαιρετικό επίμετρο της Μαριλίζας Μήτσου “οι δύο πρώτες ιστορίες του Ντιντερό είναι θεματικά και μορφικά συγγενείς. Πραγματεύονται, υπό μορφή διαλόγου, το ζήτημα των ερωτικών ηθών και, παράλληλα τη σταθερότητα, τη φυσική υπόσταση και τον κοινωνικό χειρισμό της ερωτικής επιθυμίας”.

Έντονα προβληματισμένος και συνεχώς στοχαζόμενος περί των ηθικών επιταγών των ερωτικών περιπτύξεων καθώς και των συνεπειών τους, ο Ντιντερό υπερασπίζεται το ερωτικό πάθος και την ανάγκη ο ερωτισμός να απελευθερωθεί από δεσμά γιατί έτσι ορίζει η ανθρώπινη φύση. Οι ιστορίες αυτές που πρωτοδημοσιεύτηκαν τα έτη 1773 και 1774 στο περιοδικό «Λογοτεχνική αλληλογραφία» αποκαλύπτουν την στοχαστική διάθεση του συγγραφέα που επιθυμεί τον άνθρωπο να λειτουργεί πέρα από θεσμικές και εκκλησιαστικές συμβάσεις.

Και στις τρεις ιστορίες ο Ντιντερό προσπαθεί να αναδείξει την ευθραυστότητα και τις λεπτές γραμμές που διαμορφώνουν την ισορροπία στις ανθρώπινες σχέσεις. Οι ήρωες και οι πρωταγωνιστές βρίσκονται στα πρόθυρα κρίσης ή στο μεταίχμιο της συνειδητοποίησης της άστατης κράσης τους  και αποκαλύπτονται ή προσπαθούν να κρυφτούν και στην πορεία προδίδονται ή εκμεταλλεύονται καταστάσεις. Ο Ντιντερό βάζει στο κάδρο όλες τις αποχρώσεις των ονείρων τους, όλες τις εκφάνσεις των συμπεριφορών τους και μας τους παραδίδει αληθινούς και έτοιμους να τους κρίνουμε εμείς ως αναγνώστες αν και οι ίδιοι έχουν ήδη εκτεθεί από μόνοι τους. Η ιστορία της κυρίας ντε Λα Καρλιέρ είναι ένα δείγμα γραφής μίας ευαίσθητης σχέσης όπου το παραστράτημα και ο εκτροχιασμός είναι μέρος ενός επικίνδυνου παιχνιδιού. Ο Ιππότης Ντερός με την απιστία του βάλλει κατά του οικοδομήματος μιας υγιούς σχέσης και τα περιθώρια εύρεσης συμβατότητας είναι πλέον στενά.

Ιστορίες πάθους και αναστοχασμού

Η κυρία Ντε Λα Καρλιέρ, θύμα της δικής του αστάθειας θα αναφωνήσει με δραματικό και σπαρακτικό τρόπο και θα θέσει τον Ντερός ενώπιον των ευθυνών του: “Αύριο, μπροστά στο ιερό, θα ορκιστείτε ότι μου ανήκετε, ότι ανήκετε μόνο σε μένα. Κοιτάξτε βαθιά μες στην ψυχή σας ͘  ρωτήστε την καρδιά σας, όσο είναι ακόμα καιρός ͘  σκεφτείτε ότι αυτό έχει να κάνει με τη ζωή μου. Κύριε πληγώνομαι εύκολα ͘  κι οι πληγές της ψυχής μου δεν κλείνουν ποτέ ͘  αιμορραγούν για πάντα. Δε θα κλαυτώ καθόλου, γιατί το κλάψιμο, όχι μόνο δεν ωφελεί, αλλά και καταλήγει να οξύνει τον πόνο ͘  και γιατί η λύπηση είναι ένα συναίσθημα που μειώνει όποιον το εμπνέει”. Ο λόγος της είναι φτιαγμένος από μέταλλο και καθαρός σαν τον ουρανό, στη συνέχεια αποζητά την αγάπη έτσι όπως και εκείνη την προσφέρει, αστιγμάτιστη και χωρίς σημάδια, δίχως επιφυλάξεις και χωρίς υποσημειώσεις.

Ο Ντιντερό, ειδικά στο ταξίδι του Μπουγκενβίλ υποβάλλει τον αναγνώστη σε συνεχή διλήμματα, να σκεφτεί ποιο είναι το ηθικά αποδεκτό και ποιο το βλαβερό και το ανήθικο ως προς την εικόνα του ανθρώπου. Ο ιερέας ή ο Ορού είναι πιο κοντά στις πραγματικές αξίες και αρχές της ορθολογικής ανθρώπινης φύσης; Τελικά, ποιος είναι ο εκπολιτισμένος και ποιος ο βάρβαρος στον διάλογο που ενέχει έντονα την ηθική διάσταση των πραγμάτων ειδικά σε μια εποχή όπως εκείνη του Ντιντερό όπου οι κοινωνικές διακρίσεις και οι υποκριτικές συμπεριφορές τύφλωναν τους ανθρώπους από την αλήθεια και την καθαρότητα. Ο Ντιντερό ομολογεί πως “ασχολούμαι μάλλον με το να δημιουργώ νεφελώματα παρά να τα διαλύω, και να διακόπτω κρίσεις παρά να κρίνω”.

Και στις τρεις ιστορίες θηλυκοί και αρσενικοί, αποδεικνύουν τα τρωτά και αδύναμα σημεία της προσωπικότητάς τους, υποκύπτουν σε λάθη, σε ολέθρια σφάλματα που τους κοστίζουν, σε συναισθηματικές εξάρσεις που τους οδηγούν στον Παράδεισο της χαράς, στον Άδη της θλίψης ή στα Τάρταρα της μελαγχολίας. Η απληστία, η αχαριστία, η αδικία και άλλα τέτοια ανθρώπινα “χαρίσματα” είναι εμφανή στην αφήγηση του Ντιντερό και σκοπός και στόχος του είναι να μεταφέρει το βάρος των ηρώων του στον ίδιο τον αναγνώστη, να τον κάνει κοινωνό και συμμέτοχο, ακόμα ίσως και πρωταγωνιστή. “Σε πρώτη ματιά, ο εικονικός διάλογος αφηγητή και αναγνώστη εκπροσωπεί τον ιδεατό διάλογο του συγγραφέα με το κοινό του. Ο αναγνώστης προσκαλείται να συμμετάσχει ενεργά όχι μόνο στην ακρόαση ή την ανάγνωση της αφήγησης, αλλά και στην παραγωγή της”.

“Μια δυστυχία που διαρκεί, συμφιλιώνει όλους τους ανθρώπους, κι όταν μια ωραία γυναίκα χάνει τη γοητεία της, συμφιλιώνεται με όλες τις άλλες”

“Ο τρόπος με τον οποίο σκέφτεστε, με συγκινεί απόλυτα. Μου μιλάτε για το πάθος σας με τέτοια λεπτότητα και χάρη, που νομίζω πως θα θύμωνα αν ποτέ σταματούσατε. Και μόνο η σκέψη τού να χάσω τη συντροφιά σας ή να στερηθώ τη φιλία σας, θα αρκούσε για να με κάνει δυστυχισμένη”.