Λουίς Καρντόσο, Το χρονικό ενός ταξιδιού, Εκδόσεις Βακχικόν

Η αδηφάγος αποικιοκρατική πολιτική των παραδοσιακών μεγάλων δυνάμεων όπως για παράδειγμα, της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας ενδυνάμωσε την παρουσία των χωρών αυτών στο παγκόσμιο στερέωμα και εδραίωσε δίχως αμφιβολία την ηγεμονία τους. Ωστόσο, δημιούργησε παράλληλα και αναπόφευκτα μία πραγματικότητα που θύμιζε πυριτιδαποθήκη καθώς η παρουσία των μεγάλων δυνάμεων σε χώρες όπως η Ινδία, η Ινδονησία, η Γαλλική Πολυνησία, η Χαβάη δεν έγινε ποτέ με τη σύμφωνη γνώμη του γηγενούς πληθυσμού. Η στρατηγική των κυβερνώντων να επιβάλλουν με βία και αυταρχισμό τις πολιτικές τους, προκαλούσε αντιδράσεις από τους εξουσιαζόμενους λαούς, οι οποίοι απεχθάνονταν φυσικά την παρουσία τους και επιθυμούσαν το τέλος της καταπίεσης από τον ξένο ζυγό. Οι λογοτέχνες, όπως ο Καρντόσο, δεν θα μπορούσαν να μην λάβουν το λόγο σε αυτή την αλλόκοτη και απαράδεκτη συγκυρία, καθώς έγιναν οι ίδιοι κοινωνοί των πολλαπλών αντιδράσεων των ανθρώπων και με τη γραφή τους ουσιαστικά επέκριναν με καυστικό τρόπο τις απαράδεκτες μεθόδους καταστρατήγησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της αλαζονείας της εξουσίας των συμπατριωτών τους.

Αναζητώντας την ελευθερία και την ανεξαρτησία απέναντι σε ένα καθεστώς καταπίεσης

Δεν είναι τυχαία η αναφορά στην Ινδονησία καθώς μέσα από την αφήγηση του Λουίς Καρντόσο και τα όσα περιγράφει σχετικά με το Ανατολικό Τιμόρ, ξεδιπλώνεται η αποικιοκρατική πολιτική της ίδιας της Ινδονησίας ως δύναμη επιβολής των δικών της θέλω σε έναν πληθυσμό που το μόνο που διέπραξε ως λάθος είναι να είναι στο επίκεντρο της επιθυμίας της για ανεξαρτησία. Το χρονικό που ξετυλίγεται μέσα από τις περιγραφές του είναι ένα χρονικό με σκηνές καταπίεσης και καταστρατήγησης των δικαιωμάτων των ανθρώπων που αποτελούν μέρος ενός κράτους περήφανου. Ο λαός του Ανατολικού Τιμόρ βρέθηκε στο διάβα των ορέξεων και των αχόρταγων διαθέσεων της Ινδονησίας που στην ουσία επιβουλεύεται με ανήθικο και επαίσχυντο τρόπο την αυτοδιάθεση και την ανάγκη για ανεξαρτησία. Ο Καρντόσο μέσα από τα δικά του προσωπικά βιώματα καθώς και αυτά της οικογένειάς του μας μυεί σε έναν χωροχρόνο, καθώς πια έχουν περάσει πάνω από 25 χρόνια, μέσα στον οποίο το Ανατολικό Τιμόρ και οι φυλές που το απαρτίζουν αγωνίζονται για τα απλά μα και όχι δεδομένα.

Στο βιβλίο του Βροχή, ο Σώμερσετ Μωμ, ο οποίος και περιγράφει τα όσα έπραξε η βρετανική αυτοκρατορία ως αποικιοκρατική δύναμη, γράφει κάτι που εφαρμόζεται και εδώ στο εκατό τοις εκατό: “Εμπιστεύτηκα τη διαχείριση της ιεραποστολής στα χέρια των ιθαγενών ιεραποστόλων και πολύ φοβάμαι πως η κατάσταση θα τους έχει ξεφύγει. Είναι ενάρετοι άνθρωποι, δεν έχω τίποτα να τους καταλογίσω, αληθινά χριστιανοί, ευσεβείς και θεοσεβούμενοι – η ευλάβειά τους θα έκανε πολλούς χριστιανούς στην πατρίδα να ντρέπονται -, ωστόσο τους λείπει οικτρά ο δυναμισμός”. Αυτά αναφέρει ο ιεραπόστολος κύριος Ντέιβιντσον και η σύζυγός του που όπως και εκείνος πρεσβεύουν ό,τι πιο φανατικό και δογματικά θρησκευτικό, αποστολή τους η εκ των βάθρων υποδούλωση και μετάλλαξη των ιθαγενών σε έναν τρόπο ζωής που εκείνοι θεωρούν φρόνιμο και συμβατό με την ηθική που διατυμπανίζουν, την πολύ προσωπική τους. Την ίδια λογική ακολουθούν και οι ιθύνοντες που κρύβονται πίσω από τα όσα έλαβαν χώρα με απαγορεύσεις και φιμώσεις σε μια χώρα που ποτέ δεν ζήτησε να της επιβληθεί κατακτητής, δεν χρειάστηκε ποτέ αφέντες. 

Η Ινδία βρισκόταν υπό βρετανική κατοχή για πολλά χρόνια, η Αλγερία υπό γαλλική κατοχή, η Αιθιοπία υπό ιταλική κατοχή και τόσες άλλες περιπτώσεις κατακτημένων που ποθούν την ελευθερία και την αυτοδιάθεσή τους. Είναι το πρώτο βιβλίο που αναφέρεται στην περίπτωση του Ανατολικού Τιμόρ καθώς είναι πολλοί αυτοί που δεν γνωρίζουν την περίπτωση αυτού του λαού που υπέφερε κάτω από την ινδονησιακή κατοχή και μόλις το 1999 κατάφερε να απεμπλακεί και να απολαύσει τους καρπούς της ανεξαρτησίας του. «Έκλαιγε κάθε φορά που θυμόταν τα πρόσωπα και τα ονόματά τους, εκνευρίζοντας τη γριά Κλάρα που είχε μείνει στην πόλη και με εύθυμο τόνο τον ρωτούσε αν τα δάκρυα ήταν για τη χαλαρή και άνετη ζωή που έκανε στην εξοχή. Εκείνος απαντούσε ότι δύο πόλεμοι ήταν πολλοί και δύο γυναίκες υπερβολικά πολλές για έναν μόνο άνδρα. Οι Ιάπωνες είχαν φύγει και τώρα έμενα να φύγουν και οι Ινδονήσιοι. Δεν ήξερε πότε». Είναι ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα αντιπροσωπευτικό της κατάστασης που επικρατούσε και ο Καρντόσο διεισδύει στην καρδιά της ιστορίας της οικογένειάς του για να μοιραστεί τα όσα έζησαν οι συμπατριώτες του.

Όλα βέβαια προέρχονταν από την πολιτική συγκυρία κατά την οποία οι εκτοπισμένοι από το δικτατορικό καθεστώς του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία κατέληξαν στο Τιμόρ, σαν αυτή να ήταν μια χώρα δίχως δικαιώματα, ένας τόπος εξορίας όπου όλα γίνονταν κατά πώς βόλευε το καθεστώς Σαλαζάρ. Ουσιαστικά, μια αποθήκη ανθρώπων σε έναν τόπο όπου κανείς δεν μπορούσε να φέρει αντίρρηση στις αποφάσεις που παίρνονταν τόσα χιλιόμετρα μακριά, μια κατοχή δίχως όρια και δίχως καμία απολύτως λογική. Ο Καρντόσο είναι καυστικός και ωμός στα όσα περιγράφει, είναι ένα βιβλίο γροθιά για όσα συμβαίνουν ακόμα σε χώρες ανά τον κόσμο όπου επικρατούν τέτοιες αποικιοκρατικές λογικές, το πρόσφατο παράδειγμα της Ουκρανίας είναι θαρρώ χαρακτηριστικό. Και βέβαια αυτό που προκύπτει, όπως πάντα, είναι πως το τίμημα το πληρώνουν οι άμαχοι και οι αδύναμες ομάδες όπως τα παιδιά, οι γυναίκες και οι ηλικιωμένοι που δεν φταίνε σε τίποτα για τα όσα αποφασίζονται μεταξύ ανθρώπων που αδυνατούν να συνεννοηθούν. Βιβλία σαν και αυτό μας χρειάζονται για να μην ξεχνιούνται ορισμένα γεγονότα, γιατί η συλλογική μνήμη οφείλει να τροφοδοτείται και να μένει ζωντανή, είναι μια κατάκτηση το γεγονός πως σε αυτό το μικρό κράτος επέστρεψε η λογική και η ελευθερία, το οξυγόνο κάθε λαού που θέλει να ορίζει από μόνο του τις τύχες του δίχως ξένες παρεμβάσεις και εντολές. 

«…τίποτα δεν ξέφευγε από εκείνους που ήθελαν να ξύσουν τις πληγές των άλλων. Έστρεψαν πάνω μου τα πυρά τους και με σημάδεψαν στο μέτωπο με ένα όνομα που ακόμα και τώρα αιωρείται ανάμεσα στους κατοίκους του Τιμόρ, ακόμα κι εκείνους που γεννήθηκαν αφότου είχα φύγει: Τάκας. Ακούγεται σαν παλιό αυτοκίνητο. Σαν τρακτέρ, τέτοια ήταν η δυσκολία με την οποία περπατούσα»