Γκιστάβ Φλωμπέρ, Αισθηματική αγωγή, Εκδόσεις Μεταίχμιο

Υπάρχουν μυθιστορήματα για τα οποία ό,τι και αν γραφεί μοιάζει τόσο μικρό και σχεδόν ανούσιο, ωστόσο το να προσπαθείς να προσεγγίσεις ένα τέτοιο αριστούργημα όπως η Αισθηματική αγωγή έχει την πρόκλησή του ως στοίχημα και αξίζει τον κόπο αν κατορθώσεις να μην υποπέσεις σε ολισθήματα. Και όλα αυτά γιατί ο σεβασμός και η εκτίμηση σε ιδιοφυίες όπως ο Φλωμπέρ, ο συγγραφέας της Μαντάμ Μποβαρύ και του Μπουβάρ και Πεκισέ αποτελεί ένα διαχρονικό και αξεπέραστο μέγεθος της παγκόσμιας λογοτεχνίας που ακόμα και σήμερα δεν παύει να συγκινεί, να εγείρει ερωτήματα, να ενθουσιάζει και παράλληλα να προβληματίζει. Η Αισθηματική αγωγή είναι από εκείνα τα βιβλία που διαθέτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων σαν μια βεντάλια που απλώνεται πάνω από διάφορους τομείς και ο αναγνώστης βυθίζεται σε πολλά μέτρα κάτω από τη γη ανακαλύπτοντας θησαυρούς νοημάτων.

Ακτινογραφώντας ένα μυθιστόρημα οριακά σατιρικό

Το ιστορικό πλαίσιο που έχει επιμεληθεί η εξαιρετική μεταφράστρια Αριστέα Κομνηνέλλη είναι αναγκαίο στον αναγνώστη για να μπορέσει να προσδιορίσει τον χρόνο και τον χώρο της εξέλιξης της ιστορίας σε μία περίοδο πολύ ταραγμένη αλλά και άστατη, σε μία εποχή καταιγιστικών εξελίξεων στην Ευρώπη και ειδικά στη Γαλλία που ακόμα βιώνει το κύμα της Γαλλικής Επανάστασης και βρίσκεται ανάμεσα στο μεταίχμιο της δημοκρατίας και της μοναρχίας. Ο Φλωμπέρ, σαν ιμπρεσιονιστής ζωγράφος, γνωρίζει πώς να σχολιάζει την επικαιρότητα, πώς να αντλεί από αυτήν θέματα, πώς να μας παραδίδει μαθήματα ιστορίας και πώς να αφηγείται μία ιστορία έρωτα μέσα σε αυτόν τον πυρετό των καταστάσεων που συμβαίνουν στη Γαλλία της εποχής εκείνης.

Το μυθιστόρημα αυτό που ακροβατεί μεταξύ κοινωνικού, πολιτικού και ιστορικού ιστού είναι η συμβολή του Φλωμπέρ σε μία συγκυρία όπου πλέον η σάτιρα γίνεται κανόνας. Μας εντάσσει σε όσα συμβαίνουν σε μία εξεγερμένη και πολιτικά ασταθή χώρα που προσπαθεί να ισορροπήσει, μέσα σε μια πραγματικότητα όπου όλα είναι ρευστά. Το μυθιστόρημα για πολλούς αποτελεί την διάδοχη κατάσταση της Έμμας Μποβαρύ, ενός βιβλίου που αποτέλεσε σκάνδαλο για την εποχή εκείνη και χαρακτηρίστηκε από τους κριτικούς λογοτεχνίας ως πλήρως ανήθικο. Μία παράλληλη συνθήκη για να δώσουμε το στίγμα των καλλιτεχνικών δρώμενων συνέβη και με την Ολυμπιά του Μανέ που κατακρίθηκε για την γύμνια της κοπέλας και για τον τρόπο που κοιτάζει τον θεατή, το ίδιο και με το Πρόγευμα στη χλόη άλλωστε.

Θα λέγαμε πως το μυθιστόρημα αυτό έρχεται σε αντιδιαστολή με την Έμμα Μποβαρύ καθώς ο Φρεντερίκ Μορό, πρωταγωνιστής του βιβλίου, μοιάζει να κουβαλά εκείνος πλέον το πλέγμα της αμαρτίας το οποίο και τον έχει σημαδέψει. Ο Φλωμπέρ φαίνεται να μεταφέρει στον αρσενικό του ήρωα τα όσα ήθελε να πει με την Μαντάμ Μποβαρύ και σαν να περιμένει την αντίδραση των κριτικών ως προς τις κατηγορίες που θα του προσάψουν αυτήν την φορά. Δεν φοβάται κανέναν ή μάλλον φοβάται λιγότερο την λογοκρισία και έτσι αλλάζει και τον τίτλο του βιβλίου δίνοντας αυτή την φορά έναν πολύ αινιγματικό τίτλο που για πολλούς παραμένει δυσερμήνευτος. Και όμως φαίνεται τίποτα να μην τον απασχολεί και καταφέρνει να πει όλα όσα ήθελε.

Ο Σωτήρης Παράσχας, που έχει επιμεληθεί με την σειρά του το Επίμετρο του βιβλίου, μιλάει για το γεγονός πως αυτό το βιβλίο έχει κωμικοτραγικά στοιχεία και σατιρίζει την εποχή και τα πρόσωπα της κοινωνίας, μίας υποκριτικής κοινωνίας. Ο Φλωμπέρ παίζει με το ακροατήριο και με το αναγνωστικό κοινό και προκαλεί σφόδρα όσους τον περιμένουν στην γωνία, σαν να τους κοροϊδεύει με τον δικό του όμως τρόπο. Ο Παράσχας αναφέρει χαρακτηριστικά: “Η Αισθηματική αγωγή επαναλαμβάνει και διακωμωδεί τόσο τον αισθητικό όσο και τον πολιτικό ρομαντισμό, τόσο τον έρωτα και την τέχνη όσο και την επανάσταση {…} η Αισθηματική αγωγή δεν παύει, από πολλές, να αποτελεί ένα κωμικό έργο – όχι μόνο γιατί ανήκει στην (κωμική) παράδοση του μυθιστορήματος ως είδους, ούτε απλώς γιατί παρωδεί ανελέητα τη ρομαντική λογοτεχνία και το μυθιστόρημα του πρώτου μισού του 19ου αιώνα”.

Ο έρωτας εδώ εξυμνείται, όπως εξυμνείται άλλωστε και η ιστορία που χρησιμεύει ως εργαλείο για να μπορέσει ο συγγραφέας να μας παρουσιάσει τον τροπικό των ερώτων. Ο έρωτας, που είναι η πιο αγνή αλλά και συνάμα μια ένοχη έκφραση συναισθημάτων και σκέψεων, είναι και ο έρωτας που πληγώνει και θεραπεύει, αυτή η μεθυστική λειτουργία. Μέσα σε αυτό το μωσαϊκό παθών, πόθων και συγκινήσεων θα βρει όλους εμάς ευάλωτους και πολύ γνώριμους με τις ερωτικές περιπτύξεις των ηρώων και των πρωταγωνιστών όπως το ζεύγος Αρνού και όλα όσα συμβαίνουν είναι η γεύση μιας εποχής όπου τίποτα δεν μένει ίδιο, όλα εναλλάσσονται και άρα ο Φλωμπέρ παραμένει καθ’ όλα συμβατός με την εποχή του.

Εμμέσως πλην σαφώς, ο Φλωμπέρ ασκεί κριτική σε όσα παρατηρεί και τα ξεγυμνώνει ενώ τα αφηγείται, έτσι λοιπόν μας παρουσιάζει την δική του εκδοχή σε όσα ο Μπαλζάκ είχε πει νωρίτερα με την Ανθρώπινη Κωμωδία, δεν στέκεται πλάι του αλλά ούτε και απέναντί του, απλά προσφέρει το δικό του παιχνίδι και γίνεται κοινωνός μιας λογοτεχνίας που εμπεριέχει δίχως άλλο ποικίλα στοιχεία, δηλαδή ρομαντισμό, σαρκασμό, ειρωνεία και αισθητική σε μία εποχή πλούσιων αλλαγών. Διακωμωδεί την εποχή αυτή, σαν άλλος Ντωμιέ – περίφημος ζωγράφος και χαράκτης της εποχής που σατίριζε έντονα τον βασιλιά Λουδοβίκο Φίλιππο και τον παρουσίαζε ως αχλάδι – και τα πρόσωπά της και είναι έτοιμος να δεχθεί τα πυρά και τα βέλη έχοντας απελευθερωθεί από την ανάγκη επιβεβαίωσης των γραπτών του.

“…μια φρενήρης χαρά τον κυρίευσε στη σκέψη ότι θα ξανάβλεπε την κυρία Αρνού. Με την καθαρότητα μιας παραίσθησης, είδε τον εαυτό του δίπλα της, στο σπίτι της, να της δίνει κάποιο δώρο σε μεταξόχαρτο, ενώ στην πόρτα θα στάθμευε το δίτροχο τίλμπουρί του, ή μάλλον όχι, ένα κουπέ καλύτερα”

“… χωρίς ιδέες το μεγαλειώδες δεν υπάρχει! Χωρίς μεγαλείο δεν υπάρχει το ωραίο! Ο Όλυμπος είναι βουνό! Το πιο περίοπτο μνημείο θα είναι πάντα οι Πυραμίδες”