Albert Bertran Bas, Εκεί που πεθαίνει ο άνεμος, Εκδόσεις Κλειδάριθμος

Μια αληθινή ιστορία ξεδιπλώνεται από τον εγγονό συγγραφέα στη μνήμη του παππού του, μια ιστορία συγκινητική και περιπετειώδη μέσα στα χαλάσματα ενός πολέμου που κόστισε ζωές και πλήγωσε ανθρώπους τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Ο Μπερτράν Μπας ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας του Ομήρου και της Χλόης και αφηγείται την ιστορία δύο παιδιών που μεγάλωσαν μέσα σε μια τραγωδία. Πρόκειται για μια πρόωρη ενηλικίωση στον κόσμο, στον αποτρόπαιο κόσμο των μεγάλων όπου τα μίση, η σκληρότητα και ο αλληλοσπαραγμός είναι κύρια συστατικά και μαστίζουν την κοινωνία, μια κοινωνία διχασμένη σε Εθνικιστές και Δημοκρατικούς, μια κοινωνία σε παρακμή. Αυτήν την ολέθρια παρακμή και αποδόμηση βιώνουν για τα καλά και τα δύο παιδιά που βιώνουν τόσο πρόωρα τον πόνο, την απώλεια και την απόγνωση. Ο συγγραφέας με τόση αλήθεια και άγρια ομορφιά εντάσσει τον αναγνώστη σε αυτό το κλίμα, σε αυτή την πολεμική ατμόσφαιρα.

Μικροί θαρραλέοι ήρωες στο μέτωπο του πολέμου να παλεύουν για την επιβίωση

Σε κάθε πόλεμο υπάρχουν οι αφανείς ήρωες, αυτοί που δρουν υπόγεια και όμως προσφέρουν υπηρεσίες όντας στη σωστή πλευρά της ιστορίας, υπάρχουν όμως και εκείνοι που δρουν με όρους επιβίωσης και αυτός είναι ο Όμηρος, ένα αγόρι με σθένος, γενναιότητα και θάρρος που ορίζει την τύχη του, μόνος του πια, ύστερα από την απώλεια των γονιών του. Η μητέρα του χτυπήθηκε από πυρά των δυνάμεων του δικτάτορα Φράνκο και πέθανε ακαριαία ενώ ο πατέρας του βρέθηκε νεκρός στα αμπάρια ενός πλοίου όπου τον κρατούσαν φυλακισμένο οι Δημοκρατικοί. Πρόκειται για μια ιστορία που μοιάζει βγαλμένη σαν από ημερολόγια όπου και ο αναγνώστης ξαναζεί την ιστορία. Ο Όμηρος και η Χλόη γνωρίζονται τυχαία στο βουνό εκεί όπου εκείνος βρήκε καταφύγιο και εκείνη ζούσε με τον πατέρα της, τον οποίο λίγο αργότερα δολοφόνησαν και πάλι οι στρατιώτες του Φράνκο.

Αυτό που αποκαλύπτεται μέσα από το βιβλίο είναι η ωμότητα των συγκρούσεων όπου η ανθρώπινη ζωή είναι ουσιαστικά κάτι αναλώσιμο και δεν υπολογίζεται ενώ γυναίκες και παιδιά καθώς και ηλικιωμένοι δεν προστατεύονται αλλά γίνονται και αυτοί βορά στις πιο αδηφάγες πολεμικές ορέξεις. Ο συγγραφέας δεν κρύβει λόγια και αποκαλύπτει ό,τι πιο βάναυσο και σκληρό για να αποτυπώσει σαν ζωγράφος την φρίκη ενός τόσο άδικου πολέμου. Παρηγοριά σε όλο αυτό για τον Όμηρο και την Χλόη είναι ο Ιούλιος Βερν, τις ιστορίες του οποίου ανακαλύπτουν και οι δύο και μπορούν και ξεφεύγουν για λίγο. Έτσι, η λογοτεχνία του Γάλλου παραμυθά γίνεται εργαλείο χαράς και απόλαυσης. “Διάβαζα τον Βερν και έπαιρνα κουράγιο. Αν οι χαρακτήρες του μπορούσαν να ζήσουν ριψοκίνδυνες περιπέτειες και να τα καταφέρουν, γιατί όχι και εγώ; Διάβαζα μέχρι να με πάρει ο ύπνος και μετά ονειρευόμουν μακρινούς ορίζοντες, εξωτικές χώρες, άπειρες θάλασσες και τεράστια βουνά”. Το ίδιο όμως και η μουσική καθώς ο Όμηρος ήταν δεινός κιθαρωδός και οι μελωδίες του τον καταξίωσαν και τον κατέστησαν περιζήτητο στη βραδινή καλλιτεχνική ζωή.

Αξίζουν εδώ λίγα λόγια για αυτόν τον άδικο πόλεμο. Ο Ισπανικός Εμφύλιος πόλεμος ξεκίνησε στις 17 Ιουλίου 1936 και ολοκληρώθηκε με την επικράτηση του δικτάτορα Στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο την 1 Απριλίου 1939. Πρόκειται για έναν πόλεμο σημαδιακό και καθόλα αιματηρό, έναν ολέθριο πόλεμο ο οποίος άναψε το φυτίλι για το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, όπως τουλάχιστον αναφέρουν οι μελετητές. Είναι ο πόλεμος που κόστισε συνολικά τη ζωή σε περίπου 500000 ανθρώπους, που διέλυσε την πόλη Γκερνίκα και αφάνισε χωρίς λόγο 250000 αμάχους, είναι ο πόλεμος που ανέδειξε τον στρατηγό Φράνκο ως κυρίαρχη μορφή της ισπανικής πολιτικής σκηνής των επόμενων δεκαετιών βυθίζοντας τη χώρα στην ανελευθερία και την καταστρατήγηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Είναι ο πόλεμος που στηρίχτηκε καθολικά από το ναζιστικό μέτωπο κυρίως με πρωταγωνιστές το Χιτλερικό μόρφωμα και το Μουσολινικό καθεστώς. Είναι όμως και ο πόλεμος της αντίστασης των Δημοκρατικών και άλλων δυνάμεων απέναντι στον φασισμό που εδραιωνόταν σαν μάστιγα στη χώρα. Ο πόλεμος αυτός και οι οδυνηρές του συνθήκες αλλά και οι συνέπειες του στη ζωή των ανθρώπων έδωσαν το έναυσμα και την αφορμή στους λογοτέχνες να αντισταθούν, να εκφραστούν ανοιχτά και να δώσουν τη δική τους εκκωφαντική απάντηση στα όσα έζησε ο Ισπανικός λαός. Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ με το βιβλίο του Για ποιον χτυπά η καμπάνα, ο Τζορτζ Όργουελ με το βιβλίο του Πεθαίνοντας στην Καταλονία και ο σύγχρονος Χαβιέ Θέρκας με τους Στρατιώτες της Σαλαμίνας αναφέρθηκαν στην ανείπωτη τραγωδία ενός σπαρακτικού και άδικου πολέμου.

Ο Μπερτράν Μπας με την αφηγηματική του αρτιότητα και τις περιγραφές των ηρώων του, έχει τη δυνατότητα να μας προσφέρει μία ιστορία βγαλμένη από τα άδυτα της ιστορίας της οικογένειάς του και ο αναγνώστης παρατηρεί ενώπιόν του να γράφεται η ιστορία με μελανά χρώματα, ωστόσο η ιστορία είναι συνήθως πικρή με λίγα ψήγματα χαράς. Ο Όμηρος γίνεται λοιπόν στα μάτια μας το αγόρι που πάει αντίθετα στο ρεύμα και προσπαθεί να ορθοποδήσει μέσα του απέναντι σε ανθρώπους καλούς αλλά και τέρατα όπως ο Εμέτ ή ο στρατηγός Φροντέρα, άνθρωποι που τον απογοητεύουν αλλά παράλληλα του μαθαίνουν πως να επιβιώνει απέναντι στο κακό. Το μυθιστόρημα αυτό είναι ένα παράδειγμα της πάλης του καλού εναντίον του κακού, της αγάπης απέναντι στο μίσος.

”Μου άρεσε η νέα ζωή που είχα. Ήρεμη, μακριά από τον πόλεμο και τη βαρβαρότητα. Είχα την κιθάρα μου, τα βιβλία μου, περπατούσα στο βουνό και περνούσα κάθε μέρα μαζί της. Γιατί έπρεπε να τα απαρνηθώ όλα αυτά;”

”Αν αγαπάς αυτή τη χώρα όπως και εγώ, ξέρεις ότι πρέπει να τη σώσεις από τη μοίρα της. Μας εξαπάτησαν, φίλε μου. Δεν πάμε καλά.”