Νίκος Β. Λίτσας, Αναζητώντας τον Όμηρο, Εκδόσεις Υπατία Λυδία

Η Οδύσσεια και η Ιλιάδα, τα γνωστά ομηρικά έπη, μπορούν να χαρακτηριστούν και ως τα πρώτα μυθιστορήματα του δυτικού κόσμου, ιστορίες βγαλμένες από τα όσα ο συγγραφέας ενδεχομένως βίωσε, πρόκειται για αφηγήσεις γεγονότων που εύλογα θέτουν τον αναγνώστη ενώπιον του διλήμματος αν αυτό που διαβάζει πλησιάζει την πραγματικότητα ή είναι αμιγής μυθοπλασία. Ο συγγραφέας εδώ προσπαθεί να εξηγήσει και να ερμηνεύσει με πλήθος στοιχείων και πληροφοριών το μονοπάτι της ομηρικής αφήγησης, τα ιστορικά γεγονότα, τα γλωσσικά χαρακτηριστικά, τον τόπο δράσης των συμβάντων, τους ήρωες και πρωταγωνιστές της Ιλιάδας και άλλα πολλά που περιγράφονται στα βιβλία αυτά. Επιπροσθέτως, επιχειρεί, με αποδείξεις, να θέσει ερωτήματα σχετικά με τις παραδοχές που ισχύουν εδώ και χρόνια και να ανατρέψει ενδεχομένως κάποιες αλήθειες που ίσως να χρειάζονται επανέλεγχο και επαναπροσδιορισμό.

Ο μύθος των Αχαιών και ο Μυκηναϊκός κόσμος

Οι ανακαλύψεις του περίφημου αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν το 1870 έριξαν περισσότερο φως σε όσα διαβάζουμε στο περίφημο έπος της Ιλιάδας αλλά και σε όσα εκτυλίσσονται στη συνέχειά της, στην πασίγνωστη Οδύσσεια. Πρόκειται για δύο ιστορίες που τις διδάσκονται μαθητές απανταχού της γης και μελετώνται από εκατομμύρια σπουδαστές και μελετητές ανά την υφήλιο. Υπάρχει όμως η περίπτωση ορισμένα από τα δεδομένα που έχουν στα χέρια τους οι αρχαιολόγοι να χρειάζονται αναστοχασμό και να χρήζουν επαναπροσέγγισης ως προς την ακρίβειά τους; Ο συγγραφέας επιχειρεί μία αναδρομή στο παρελθόν και μέσω πηγών μάς παραθέτει γεγονότα και ιστορικά δεδομένα, τα οποία είναι άκρως ενδιαφέροντα για τον απλό αναγνώστη αλλά και τον εκάστοτε μελετητή που επιθυμεί να εμβαθύνει ακόμα περισσότερο σε θέματα όπως την αντιπαλότητα Ελλάδας Τροίας, τη χρήση και εδραίωση του ονόματος Ελλάδα αλλά και τη θέση του μυκηναϊκού κόσμου την εποχή εκείνη.

Στην πάλαι ποτέ μυθική Τροία, που είναι επίσης το όνομα του αρχαιολογικού χώρου, της παραδοσιακής τοποθεσίας της Ομηρικής Τροίας, η οποία βρίσκεται στη Μικρά Ασία, κοντά στην ακτή της σημερινής βορειοδυτικής Τουρκίας, νοτιοδυτικά των Δαρδανελίων κάτω από το Όρος Ίδα της Φρυγίας, εκεί εστιάζεται το θέατρο των εξελίξεων και αναζητάται μέσα από διάφορες ερμηνείες και εικασίες το νήμα της ιστορίας. Ο συγγραφέας επισημαίνει στο βιβλίο κάποιες έντονες αντιφάσεις που παρουσιάζονται στα έπη και τα οποία οφείλουν να μας προβληματίσουν, συλλογίζεται σχετικά με την ακριβή ημερομηνία γραφής των επών και  ισχυρίζεται πως ίσως τελικά ο Όμηρος, που όλοι θεωρούν πως ήταν τυφλός, να μην ήταν στην πραγματικότητα, αλλά αυτή η υπόθεση να είναι απλά ένα παιχνίδι εντυπώσεων. Μέσα από αυτή την προσεκτική και αναλυτική μελέτη και βασιζόμενος τόσο στην Ιλιάδα, όσο και σε άλλα κείμενα και ιστορικές πηγές όπως του Στράβωνα, του Ηρόδοτου και άλλων ιστορικών καταγράφει κάποιες άγνωστες πτυχές της ιστορίας.

Μια γενιά πριν τον Τρωικό Πόλεμο, ο Ηρακλής κατέλαβε την Τροία και σκότωσε τον Λαομέδοντα και τους γιους του, εκτός από το νεαρό Πρίαμο. Ο Πρίαμος αργότερα έγινε βασιλιάς. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, οι Μυκηναίοι Έλληνες εισέβαλαν και κατέλαβαν την Τροία στα χρόνια του Τρωικού Πολέμου. Τόσο ο Τρωικός όσο τελικά και ο Μυκηναϊκός πολιτισμός κατεστράφησαν. Αυτή είναι πολύ συνοπτικά η ιστορία έτσι όπως την αναφέρουν οι πηγές, ωστόσο το ερώτημα είναι αν αυτοί που ορίζονται ως Μυκηναίοι Έλληνες μήπως είναι τελικά οι Αχαιοί, όχι οι κάτοικοι της σημερινής Αχαΐας, αλλά μία εκ των μεγαλύτερων ελληνικών φυλών της αρχαιότητας, η οποία και αναφέρεται αρχικά από τον Όμηρο στην Ιλιάδα. Ήδη από το 2000 π.Χ. όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, οι Αχαιοί εμφανίζονται εγκατεστημένοι στη Θεσσαλία, στην Πελοπόννησο και σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου πελάγους. Τι ισχύει τελικά είναι μια εύλογη απορία. Κάποιες απαντήσεις δίνονται εντός του βιβλίου αυτού.

Μία ενδιαφέρουσα νέα προσέγγιση

Μέσα από την παράθεση πλούσιου φωτογραφικού υλικού που απεικονίζουν αγγεία, επιγραφές, πινακίδες, χάρτες και άλλα χειροπιαστά ντοκουμέντα, ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με πλήθος εικασιών που γνωρίζουμε έως σήμερα και μέσα από την κατάθεση διαφόρων πληροφοριών στις οποίες καταφεύγει ο συγγραφέας του δίνεται η ευχέρεια να διαμορφώσει τη δική του άποψη περί των γεγονότων έχοντας στη φαρέτρα του μία νέα πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Κάτι που επισημαίνει πολύ εύστοχα σχετικά με τον μύθο του Τρωικού πολέμου ο συγγραφέας είναι το γεγονός πως “το έπος των Αργοναυτών, στον αρχικό του πυρήνα, πολύ προγενέστερο της Οδύσσειας, φαίνεται ότι επηρέασε τον Όμηρο στη σύνθεση του έργου του. Η φήμη των καλών αλόγων, των πλούσιων υφαντών και του χρυσού της Τροίας του Πριάμου, φαίνεται να επηρέασε την απόφαση για την Πανελλήνια εκστρατεία των Αχαιών, υπό την ηγεσία του Αγαμέμνονα, που διηγείται η Ιλιάδα”.

Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι πως η ιστορία είναι αμείλικτη και τα γεγονότα αδιάσειστα ως προς την αρχαιολογική και ιστορική επαλήθευση, ο Όμηρος μέσα από τα έπη του, επιτυγχάνει όχι απλά να εξιστορήσει έναν μύθο και να προσφέρει την αφήγηση μιας απλής ιστορίας αλλά μας πείθει – και αυτό ο συγγραφέας το υπογραμμίζει – πως είχε γνώσεις όχι μόνο ιστορίας αλλά γεωγραφίας, αστρονομίας και μέσα από την Ιλιάδα που είναι εδώ το κύριο αντικείμενο μελέτης, κατάφερε να καταγράψει όσα ο ίδιος παρατήρησε ή έζησε χρόνια πριν από εκείνον και να τα μεταφέρει έτσι στις επόμενες γενιές. Άλλωστε “ο Όμηρος είχε τη φήμη – χάρη στις εξαιρετικά λεπτομερείς και σαφείς τοπογραφικές περιγραφές του – άριστου γεωγράφου πολύ πριν τους αστρονόμους-γεωγράφους Αναξίμανδρο (611-547 π.Χ.), ο οποίος εισήγαγε το ηλιακό ρολόι στην Ελλάδα και πρώτος χαρτογράφησε τη Γη, και Αρισταγόρα τον Μιλήσιο, ο οποίος επίσης έκανε, περίπου το 500 π.Χ., έναν άλλο χάρτη του κόσμου, που διόρθωσε αμέσως μετά ο Εκαταίος ο Μιλήσιος”.

“Η ομηρική αστρονομία χρησιμοποιεί σχήματα αστερισμών, τα οποία, όπως πιστεύεται γενικά, είχαν επινοηθεί στη Μεσοποταμία, χιλιάδες χρόνια πριν από την υποτιθέμενη εποχή του Ομήρου”

“Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ομηρικός κατάλογος παρέχει μια αξιόπιστη περιγραφή της προϊστορικής Αχαϊκής Ελλάδος, μια πραγματική της εικόνα. Οι πινακίδες, όμως, της Γραμμικής γραφής Β’, οι οποίες έχουν βρεθεί προς το παρόν σε αρκετές από αυτές τις πόλεις δεν είναι καθόλου διαφωτιστικές όσον αφορά πολεμικά συμβάντα”