Πεφωτισμένος συγγραφέας, κινήθηκε στον ρυθμό του παραλόγου ενώ ο ίδιος, πόσο τραγική η μοίρα, έφυγε από τη ζωή παράλογα σαν να τα είχε συμφωνήσει με το πεπρωμένο του (Γράμμα στον Αλμπέρ Καμύ)

Είχες πει κάποτε πως δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα. Εσύ έκανες αυτή τη μακάβρια δήλωση και σε ρωτώ ευθέως, είχες μήπως κάποιον μάντη Τειρεσία ρωτήσει για το μέλλον σου, είχες επισκεφθεί νοερά κάποιο μαντείο Δελφών ή Δωδώνης και προδιέγραψες μέσα σε μία φράση το άδοξο τέλος σου. Αλμπέρ, κανείς δεν μπορεί να χωνέψει ένα τέτοιο απόκοσμο τέλος τόσο για σένα όσο και για τον εκδότη σου φυσικά, μιλώ για τον επίσης πεφωτισμένο Μισέλ Γκαλιμάρ αφού και οι δύο χάσατε τη ζωή σας σε εκείνο το τραγικό δυστύχημα, ένα δυστύχημα που κόστισε στη λογοτεχνία, στη διανόηση και στην παραγωγή λόγου και σκέψης. Είχες ασχοληθεί τόσο πολύ με τον θάνατο στο έργο σου που κατά κάποιον τρόπο είχες ανοίξει μέτωπο με το θέμα και τον δαίμονα, το κυνηγούσες και ξέρεις πολλές φορές το κυνήγι αυτό είναι μοιραίο, είναι μια εργασία και μια διαδικασία που φέρνει τη μοίρα πιο κοντά. Δεν γνωρίζω τι διαισθανόσουν και πολύ φοβάμαι πως κανείς δεν θα το μάθει αλλά με τον Μερσώ στον Ξένο σου είχες διεισδύσει εις βάθος, είχες βουτήξει τόσο βαθιά στο πέλαγος του θανατικού. Ο Ξένος σου Αλμπέρ είναι μία απόδειξη πως ζωή και θάνατος πορεύονται χέρι με χέρι σαν ένα ζευγάρι που περπατάει στον δρόμο. Ο Ξένος, αυτό το αριστουργηματικής σύλληψης παράλογο έργο έδωσε αφορμή για πλείστες συζητήσεις σχετικά με τις προθέσεις και τις αιτίες κάτω από τις οποίες ο πρωταγωνιστής Μερσώ οδηγήθηκε στο έγκλημα, εσύ τον οδήγησες στο έγκλημα ένα μεσημέρι χτυπημένος από την ακτινοβολία του ήλιου, έναν ήλιο που έμοιαζε με καιόμενη βάτος. Τελικά, τι ήταν; Ένα έγκλημα εγωισμού, αλλοφροσύνης, παραφοράς, μίσους ή απλά μία σατανική σύμπτωση που ο καυτός μεσημεριανός ήλιος φρόντισε να λάβει χώρα; Πόσα έχουν γραφτεί για αυτό το μυθιστόρημα που σαφέστατα είναι πολύπλευρο και πολυσχιδές, ενέχει φιλοσοφικές αναζητήσεις και ανησυχίες για την ανθρώπινη φύση, εκφράζει ανοιχτά ψυχολογικές ανατροπές και καίρια ερωτήματα, έχει κοινωνικές αποχρώσεις. Μα πόσα να πει κανείς για το παράλογο του κόσμου και για όσα είδες να συμβαίνουν στην πληγωμένη Αλγερία, για την οποία πάλεψες και ποθούσες να δεις ανεξάρτητη και ελεύθερη. Μακριά από εθνικιστικές κορώνες και μακριά από συγκρούσεις που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε αιματοχυσίες έδρασες, για αυτό και προκαλούσες με την στάση σου, μια στάση που θυμίζει Γκάντι. Αναρωτιέται κανείς ήταν τελικά το δυστύχημα κάτι αναπάντεχο ή κάτι προσχεδιασμένο, μια κακή επινόηση από τους αντιφρονούντες, μια οδυνηρή συγκυρία από κάποιους που δεν ήθελαν άλλο να ακούνε την φωνή σου; Γιατί πίσω στην Αλγερία δεν ήσουν και τόσο επιθυμητός τελικά, ενοχλούσες με αυτήν την απάθεια και την στάση αναμονής που πρέσβευες, γιατί δεν καταλάβαιναν τελικά πως ήσουν συγγραφέας και όχι ένας πολιτικός. Αυτή η αποστολή και ο ρόλος του πολιτικάντη δεν σε ενδιέφερε, ποτέ δεν σε απασχόλησε, εσύ ήσουν ταγμένος και αφοσιωμένος στη συγγραφή και πουθενά αλλού, ένας διανοητής ήσουν και ένας πνευματικός άνθρωπος. Ήσουν στρατευμένος και πολιτικά ζωντανός, εξέφραζες την άποψή σου και μέχρι εκεί, ποτέ δεν πήρες το μέρος μιας άγριας και αιματηρής επανάστασης, ποτέ δεν υπερασπίστηκες τα όπλα όπως ήθελαν οι ακραίοι συμπατριώτες τους. Δεν είναι τυχαίο πως σε μια ομιλία έφυγες κακήν κακώς από αμετανόητους και αγριεμένους ανθρώπους που ήθελαν σώνει και καλά την ρήξη με τους κατακτητές και έβαλαν εσένα στο στόχαστρο σαν να ήσουν εσύ ο εχθρός τους. Δεν επικροτούσες ό,τι συνέβαινε από τη μεριά των Γάλλων, επιθυμούσες ένα καλύτερο μέλλον για το καλό της Αλγερίας και δυστυχώς δεν πρόλαβες να δεις να συμβαίνει η αποχώρηση των κατακτητών από την πατρίδα σου. Το παράλογο για το οποίο έγραψες τόσο στον Ξένο, όσο στην Πανούκλα και την Πτώση τελικά ήρθε και σε συνάντησε γιατί οι θεοί άλλα είχαν αποφασίσει για σένα Αλμπέρ. Οι απόψεις σου δεν βόλευαν τους γύρω σου, οι σκέψεις σου ταρακουνούσαν την καθεστηκυία αντίληψη πραγμάτων μα τελικά η στάση ζωής σου αποτελούσε έμπνευση για τους σύγχρονούς του όσο και για τους νεότερούς του. Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα την τόσο επαναστατική αλλά συνάμα και τόσο αθόρυβη – γιατί η δύναμη της αλήθειας δεν έχει ανάγκη από κρότο – που κατόρθωσες να εμφυσήσεις στην εποχή σου, σου απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ το 1957 για το έργο σου και την συμβολή σου στην διανόηση της περιόδου εκείνης. Αυτό το βραβείο, που δεν είναι πάντα τόσο ακριβοδίκαιο γιατί ο κόσμος δεν είναι τέτοιος, ήρθε όμως πολύ απλά να επιβεβαιώσει την προσήλωση και την αφοσίωση σου στον άνθρωπο γιατί στον Ξένο, την Πανούκλα, την Πτώση, αυτή την αριστουργηματική τριλογία του παραλόγου όπως άλλωστε και σε όλες τις πτυχές της γραφής σου είτε αυτό λέγεται θεατρικό έργο, είτε δοκίμιο, είτε μυθιστόρημα κύριος πρωταγωνιστής σου είναι ο άνθρωπος που παλεύει με το είναι του, ο άνθρωπος που αναζητά την ύπαρξή του μέσα στο πολύβουο και περίπλοκο μείγμα που ονομάζουμε κοινωνία. Προσβεβλημένος από φυματίωση σε μικρή ηλικία, ορφανός σε νεαρή ηλικία από πατέρα αναζήτησες από νωρίς το δικό σου μονοπάτι όταν τα τύμπανα της πνευματικής καθήλωσης ηχούσαν στα αυτιά σου και εσύ Αλμπέρ έπρεπε να χαράξεις τη δική σου πνευματική ανόρθωση σε έναν κόσμο που δεν σου χαρίστηκε ούτε στιγμή. Το βραβείο Νόμπελ που σου απονεμήθηκε, το αφιέρωσες στην μητέρα του, την οποία και υπερασπίστηκες όταν ένας φοιτητής σε μία συνάντηση με φοιτητές στην Στοκχόλμη τον κατηγόρησε για αδράνεια και παθητική στάση στο θέμα της πολέμου της Αλγερίας. Τότε εσύ με μία αποστομωτική φράση που πάγωσε το παριστάμενο κοινό δήλωσες: «Αυτή τη στιγμή βάζουν βόμβες στα τραμ στο Αλγέρι. Η μητέρα μου μπορεί να είναι σε ένα από αυτά. Εάν αυτό λέγεται δικαιοσύνη, προτιμώ τη μητέρα μου». Αυτή η δήλωσή σου έμεινε στην ιστορία, διότι η επίθεση σε έναν μαχόμενο καλλιτέχνη – αυτόν τον προσδιορισμό προτιμούσες για να περιγράψεις το άτομό σου – είναι τουλάχιστον άδικη. Το βραβείο όμως το αφιέρωσες και στο δάσκαλό σου που σου μεταλαμπάδευσε τις αξίες και το αίσθημα ελευθερίας που πρέπει να διακατέχουν έναν άνθρωπο αντιπαλεύοντας πάντα κάθε μορφή καταδυνάστευσης και υπονόμευσής της. Το αφιέρωσες όμως και σε όλους αυτούς τους ανώνυμους συμπατριώτες σου που παρά τα δεινά του πολέμου και τις κακουχίες, τις οποίες υπέστησαν και «δεν γνώρισαν παρά καταδίωξη και δυστυχία» σφυρηλάτησαν «μία τέχνη επιβίωσης σε καιρούς ολέθρου για να παλέψουν ανοιχτά το ένστικτο θανάτου που κινεί την Ιστορία». Στα λόγια αυτά συμπυκνώνεται και όλη η θεωρία σου για τον καλλιτέχνη που οφείλει να στέκεται στο ύψος του και αποστολή του «όχι να ξαναφτιάξει τον κόσμο αλλά κάτι ακόμα σπουδαιότερο «να εμποδίσει τον κόσμο να χαλάσει». Γιατί Αλμπέρ, δεν ήσουν ένας απλός συγγραφέας, με τον λόγο σου, τις ομιλίες σου, τις ανοιχτές ομιλίες σου εκδημοκράτισες τη λογοτεχνία και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει κανείς να στοχάζεται και να απευθύνεται στην κοινωνία. Ελεύθερος από δεσμεύσεις και αρεστός μόνο σε λίγους, έτσι είναι οι αδέσμευτοι άνθρωποι και δημιουργοί, πορεύτηκες με σημαία την αλήθεια, με λάβαρο το ηθικό μακριά από ωραιοποιήσεις. Ο λόγος σου τη στιγμή της απονομής του Νόμπελ εκφωνήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1957 και ουσιαστικά έκλεισε την τελετή της βράβευσής σου στο Δημαρχείο της Ουψάλα. Σε αυτήν σμιλεύεις σαν γλύπτης του λόγου μία ομιλία άκρως συναισθηματική και ουσιαστική με επίκεντρό σου τους χαλεπούς καιρούς που περνάνε οι συμπατριώτες σου και επεκτείνεσαι με γλώσσα αληθινή και στέρεα στον ρόλο που οφείλει να διαδραματίζει ο καλλιτέχνης, είτε αυτός λέγεται συγγραφέας, είτε ζωγράφος. Υπερασπίζεσαι και υπεραμύνεσαι ενός δημιουργού που πορεύεται δίπλα στην κοινωνία, μοιράζεται με την κοινωνία και τους ανθρώπους τον πόνο και τα πάθη του, αναγνωρίζει τη διαφορετικότητά του αλλά δεν κρίνει τους γύρω του επειδή εκείνοι δεν μπορούν να του μοιάσουν. Προσθέτεις με σκωπτική ματιά πως ο συγγραφέας δεν μπορεί να ταχθεί σήμερα στην υπηρεσία όσων φτιάχνουν την Ιστορία, υπηρετεί αυτούς που την υφίστανται. Έχει η οπτική γωνία με την οποία ατενίζεις τον κόσμο και τα πράγματα το αίσθημα της συμπόνιας και της παρηγοριάς αγωνιζόμενος μέσω των γραπτών σου για την ανεξαρτησία της έκφρασης καθιστώντας εσένα τον ίδιο πρωτοπόρο και πρωτοστάτη στην υπηρεσία του τυραννισμένου και εγκαταλειμμένου ανθρώπου, με μόνο γνώμονα η ελευθερία να πατάξει την τυραννία σε όλες τις εκφάνσεις της και η αλήθεια να καταβαραθρώσει το ψεύδος και τη δουλεία όπου αυτά υπερισχύουν. Στις 14 Δεκεμβρίου 1957 δίνεις άλλη μία διάλεξη εξίσου αξιοπρόσεκτη και βαρύνουσας σημασίας αυτήν την φορά στο αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου της Ουψάλα. Εκεί αναλύεις το θέμα της δημιουργίας του καλλιτέχνη και επισημαίνεις πως η εποχή που ο καλλιτέχνης απολάμβανε και δημιουργούσε τέχνη για την τέχνη έχει παρέλθει. Ο καλλιτέχνης βρίσκεται πλέον στην αρένα όπως λες χαρακτηριστικά και έχει καθήκον να μάχεται για αυτά που πιστεύει, να ναυτολογείται εναντίον οποιασδήποτε καταπίεσης που τον στήνει στον τοίχο και τον κλείνει στο καβούκι του. Ο λόγος του καλλιτέχνη οφείλει να ακούγεται έντονα και τίποτα να μην τον φυλακίζει από φόβο μήπως προκαλέσει αντιδράσεις από τα τέρατα της Ιστορίας που θέλουν να σπείρουν τρόμο για να θερίσουν σιωπή. Ο εκάστοτε δημιουργός οφείλει να ποιεί τέχνη, όπως έγραφαν οι αρχαίοι Έλληνες στα αγγεία τους, για να εκφράζει και να εξωτερικεύει τις πεποιθήσεις του με όποιο κόστος και τίμημα, αν κάποιο έργο δεχτεί τα πυρά των εκάστοτε κυβερνώντων αποστολή του είναι να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του μετώπου και να μην ντρέπεται για αυτό που μόλις εποίησε. Με αυτήν την ομιλία Αλμπέρ έρχεσαι να μας θυμίσεις σήμερα πως η τέχνη πρέπει να έχει ως μοναδικό και κύριο σκοπό να υπηρετεί τον άνθρωπο και όχι σύμβολα που ελλοχεύουν σε έναν κόσμο που έχει ως αφέντη του το χρήμα και ό,τι το περιτριγυρίζει. Αυτός ο κόσμος είναι ψεύτικος, απατηλός και παραδομένος, ένα καράβι που πλέει με σκισμένα πανιά στην θάλασσα μίας πραγματικότητας καταδικασμένης σε αφανισμό. Καλείς λοιπόν δυναμικά τους ακροατές σου να κατανοήσουν την κρίση αξιών και αρχών, να αντιληφθούν πως η καταναλωτική κοινωνία και οι δείκτες προόδου που υποτίθεται πως πρέπει να ακολουθήσουν για να την πετύχουν ουσιαστικά τους έχει οδηγήσει σε πλήρη αποπροσανατολισμό. Έχεις λόγο μεστό, καίριο, ζωντανό, είσαι σαν μαινόμενος Δίας που με τον λόγο του ως άλλο κεραυνό έρχεται να μας θυμίσει πως η τέχνη έχει την υποχρέωση απέναντι στο κοινωνικό σύνολο να έχει φωνή και παιδευτικό χαρακτήρα απογυμνωμένη από το ρούχο του απλού μέσου διασκέδασης. Σήμερα, ο λόγος σου είναι εδώ παρών και ακμαίος, το πνεύμα σου Αλμπέρ είναι ανάμεσά μας, σε έχουμε ανάγκη να μας καθοδηγείς μέσα από τη σκέψη σου για αυτό και οφείλουμε να σε διαβάζουμε γιατί η τέχνη οφείλει να έχει παιδευτικό πρόσωπο και αν θεωρείται παλιομοδίτικη, ξεπερασμένη και μη αρεστή είναι γιατί τελικά οι ίδιοι άνθρωποι βολεύτηκαν με το εύκολο μη αποδεχόμενοι την ομορφιά του δύσκολου. Ο καλλιτέχνης, εσύ Αλμπέρ, είναι εκεί για να τους ξεβολέψει, να τους εμφυσήσει τον προβληματισμό, να τους ταρακουνήσει με την πένα του ή όποιο άλλο εργαλείο μπορεί. Οι στοχασμοί σου Αλμπέρ και η θέση σου στο λογοτεχνικό στερέωμα έχουν κριθεί από την Ιστορία και δεν είμαι εγώ αυτός που θα τους κρίνω, εξάλλου τιμήθηκες και θα τιμάσαι για χρόνια πολλά ακόμα. Το βέβαιο είναι πως τα μηνύματα που κρύβονται στις ομιλίες σου και στον τρόπο δράσης σου αποδεικνύουν πως η εποχή μας έχει ανάγκη από ηγέτες σε όλα τα επίπεδα, ένας από αυτούς ήταν και εσύ Αλμπέρ τότε που αποφάσιζες, με γλώσσα που σπάει δεσμά και αλυσίδες χωρίς να υπολογίζει αν θα στηλιτεύσεις την φήμη σου, να αναλάβεις εσύ ο ίδιος τον ρόλο του δασκάλου. Δηλαδή έπραξες αυτό που κάποτε έκανε για σένα ο δάσκαλός σου και ουσιαστικά μας προσέφερε εσένα και τα έργα σου για να έχουμε και εμείς οι σύγχρονοι μία γραμμή πλεύσης σε καιρούς όπου το πλοίο της τέχνης και της αξιοσύνης μοιάζει χαμένο στο πέλαγο και ψάχνει τον Οδυσσέα του για να το οδηγήσει από τα αβαθή στο λιμάνι της καταξίωσης. Εσύ Αλμπέρ ήσουν και θα είσαι αενάως ένα φωτεινό άστρο σαν εκείνο της Βηθλεέμ και από εκεί πάνω ξέρεις και φωτίζεις περισσότερο ακόμα και από όταν βρισκόσουν ανάμεσά μας. Καλή αντάμωση σε εκείνον τον κόσμο σου τον φωτεινό και απαστράπτοντα!

—————————————————————————-

Ο Αλμπέρ Καμύ (γαλλικά: Albert Camus, 7 Νοεμβρίου 1913 – 4 Ιανουαρίου 1960) ήταν Γάλλος φιλόσοφος, λογοτέχνης και συγγραφέας, ένας από τους πιο δημοφιλείς φιλόσοφους του 20ου αιώνα, και ένας από τους ιδρυτές του παραλογισμού. Ήταν επίσης ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του Ο Ξένος και Η Πανούκλα, στα θεατρικά του έργα Καλιγούλας και Οι δίκαιοι και τέλος στα φιλοσοφικά του δοκίμια Ο Μύθος του Σίσυφου και Ο επαναστατημένος άνθρωπος. Τιμήθηκε το 1957 με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Υπήρξε δυναμικός χαρακτήρας και έντονα πολιτικοποιημένος με την έννοια πως πάλευε για το δίκαιο, κάτι άλλωστε που αποτυπώνεται και στο θεατρικό του έργο. Ο Καμύ με την δυναμική του προσωπικότητα και την ακόμα πιο ισχυρή του πένα, που όλα τα καταγράφει και τίποτα δεν αφήνει ασάλευτο και αναπάντητο, κατάφερε να αφήσει παρακαταθήκη ένα έργο αξιοζήλευτο και πολλάκις δυσνόητο πλην όμως πλούσιο σε νοήματα που προκαλούν δονήσεις και αντιρρήσεις.