Μπεατρίς Γουίλιαμς, Η δική μας γυναίκα στη Μόσχα, Εκδόσεις Μίνωας

Είναι πολλές οι ιστορίες που εκτυλίσσονται γύρω από τα συμβάντα που έλαβαν χώρα τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, σε μια παγκόσμια και πολιτική σκακιέρα κρίσιμη και κομβική. Μην λησμονούμε τα όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου με κατασκόπους εκατέρωθεν να προσπαθούν να αντλήσουν και να εκμαιεύσουν πληροφορίες για τους εχθρούς, όλα αυτά υπό άκρα μυστικότητα. Η δραματικότητα των στιγμών είναι τέτοια που όλα όσα ξεδιπλώνονται εκείνη την περίοδο θα μαθευτούν πολύ αργότερα, χρόνια αργότερα, δεκαετίες αργότερα μέσα από τα αρχεία των μυστικών υπηρεσιών. Υπόγειες στοές επικοινωνίας, άνθρωποι που ακροβατούν στο σχοινί της ύπαρξης και της ανυπαρξίας λόγω πεποιθήσεων, πράκτορες που κινδυνεύουν με την ίδια τους τη ζωή, όλα είναι πιθανά σε ένα μωσαϊκό εξελίξεων που υπόσχεται αγωνία, φόβο και πολλές φορές τρομοκρατία συνειδήσεων.

Μια συγκλονιστική ιστορία βγαλμένη από τα συρτάρια της ιστορίας των μεταπολεμικών χρόνων

Η συγγραφέας σε αυτό το πλαίσιο κινείται και με βάση πραγματικά αρχεία κατασκοπείας μας παρουσιάζει την ιστορία της Άιρις Ντίγκμπι, μιας γυναίκας που εξαφανίζεται ξαφνικά από προσώπου γης και αρχίζει ένα κυνηγητό για την εξιχνίαση αυτής της εξαφάνισης. Βρισκόμαστε ήδη μετά το πέρας του πολέμου και όλα όσα αποφασίστηκαν πολιτικά οδηγούν και μαθηματικά στον επονομαζόμενο Ψυχρό πόλεμο, τον πόλεμο δηλαδή μεταξύ Σοβιετικών και Δύσης, απόρροια των εξελίξεων στη μεταπολεμική Ευρώπη. Είναι αμφίβολο αν οι συνθήκες του Ψυχρού πολέμου θα σταθεροποιήσουν μια πολυπόθητη ειρήνη ή θα την κατακρημνίσουν χάρη άλλων προσδοκιών που ενεργούν υπογείως. Τα όσα περιγράφει η συγγραφέας δεν είναι αποκύημα μόνο μυθοπλασίας, είναι μια σκληρή πραγματικότητα σε έναν ολοένα μεταβαλλόμενο κόσμο, τα δέκα χρόνια μετά το πέρας του πολέμου είναι σημείο αναφοράς.

Ως προς το ιστορικό του μέρος, ψυχρός πόλεμος ορίζεται ο παγωμένος, ο αντιεπικοινωνιακός, ο πολύ “υποβρύχιος” πόλεμος μεταξύ κυρίως δύο δυνάμεων που με την επαύριον του τέλους του Β’ Παγκοσμίου πολέμου αποφάσισαν πως δεν μπορούν να συνυπάρξουν υπό την ίδια παγκόσμια σκέπη και άρα οι σχέσεις τους μπήκαν κυριολεκτικά στον πάγο για να μην ξαναβγούν από τότε σχεδόν ποτέ. Ο λόγος για τις ΗΠΑ και την Σοβιετική Ένωση, δηλαδή από την μία την υπερδύναμη που είχε πάντα ρυθμούς ανάπτυξης χάρη στα οικονομικά επιτεύγματά της και από την άλλη την πάλαι ποτέ κραταιά δύναμη που προκαλούσε φόβο και τρόμο για τα κρυμμένα πυρηνικά όπλα. Η τελευταία μάλλον αποτέλεσε μία φούσκα αφού, όπως αποδείχθηκε περίτρανα εκ των υστέρων, κατέρρευσε εν μια νυκτί στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και συμπαρέσυρε στο διάβα της όλες τις χώρες, και ήταν πολλές αυτές, που είχε υπό την κυριαρχία της.

Αναμφίβολα, ο Ψυχρός πόλεμος απειλούσε και τον υπόλοιπο κόσμο ενώ σε κάθε πεδίο δράσης, είτε αυτό λέγεται πολιτικό, κοινωνικό, αθλητικό ή πολιτιστικό, ο συναγωνισμός και η ισχύς υπήρξε ανέκαθεν ένα παιχνίδι εντυπωσιασμού αφού στην πράξη τίποτε δεν άλλαζε και ευτυχώς οι εκατέρωθεν απειλές έμειναν για το καλό όλων μας στα χαρτιά. Πέρασαν χρόνια με εντάσεις και στιγμές που ο πόλεμος φαινόταν αναπόφευκτος, όμως για κάποιον λόγο ποτέ δεν επαληθεύτηκε καμία τέτοια απειλή και η λογική υπερίσχυσε μιας ναρκισσιστικής επίδειξης δύναμης που ίσως είχε τραγικές συνέπειες αφού θα άλλαζε για πάντα τον κόσμο και τον ρου της ιστορίας όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Η ειρήνη υπήρξε το πολυτιμότερο αγαθό και η σύνεση επικράτησε του παραλογισμού και της πολεμοχαρούς στάσης ορισμένων σε αμφότερες πλευρές.

Πολλοί μιλάνε μέχρι και σήμερα για την συνέχισή του ωστόσο τα όσα συνέβησαν μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου πολέμου είναι η απόδειξη των εύθραυστων συμφωνιών. Γιατί τελικά η συνθήκη της Γιάλτας που έφερε στο τραπέζι τους νικητές Συμμάχους ήταν μάλλον μία τρύπα στο νερό ή η απαρχή μιας νέας επικίνδυνης συνέχειας. ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση ανταγωνίστηκαν σε ένα παιχνίδι εξοπλιστικών προγραμμάτων, ο ένας για να αντικρούσει τον κραταιό κομμουνισμό και ο άλλος τον ασυγκράτητο καπιταλισμό. Τελικά τι συνέβη σε αυτή τη γυναίκα που μετέβη στη Μόσχα για να σώσει ή να προσπαθήσει να φέρει πίσω το ζεύγος Ντίγκμπι από το τόσο σκληρό και απάνθρωπο σταλινικό καθεστώς; Ποιος ο ρόλος και ποια η προσωπικότητα της γενναίας Ρουθ – παραπομπή άραγε στην βιβλική Ρουθ – που πηγαίνει στη Μόσχα σε μια άκρως μυστική μα και τόσο δύσκολη αποστολή; Δεν είναι παρά ένα επεισόδιο από τις αμέτρητες ιστορίες κατασκόπων που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια.

Τα όσα περιγράφονται και αναφέρονται στο παρακάτω απόσπασμα είναι χαρακτηριστικά ενός τεταμένου και επισφαλούς κλίματος: “Λοιπόν, εκείνη η περίοδος άφησε πίσω της ένα κλίμα φόβου. Κανείς δεν εμπιστεύεται κανέναν. Όταν λοιπόν ο Ντίγκμπι απέμεινε χωρίς καθοδήγηση, αποκομμένος, κι έχασε τον βασικό σκοπό της ζωής του, εκτροχιάστηκε. Αυτά συνέβησαν το καλοκαίρι του 1948. Βρισκόμασταν ήδη στα ίχνη του τότε, περιμέναμε να κάνει την κίνηση. Σκέφτηκα πως, αν κατέρρεε τελείως, ίσως θα μπορούσαμε να τον σώσουμε και ενδεχομένως να τον βοηθήσουμε να αλλάξει πλευρά, όσο παρακινδυνευμένο κι αν ακούγεται κάτι τέτοιο”. Η γραφή της Γουίλιαμς αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη σε έναν κυκεώνα γεγονότων μα και σε μία συνεχόμενη αυξημένη τάση αγωνίας και μυστηρίου, είναι σίγουρα ένα από τα μυθιστορήματα που δεν θα αφήσει κανέναν ανικανοποίητο.

“Ο καπιταλισμός είναι ένα σφαγείο, αθλιότητα παντού, είναι προφανές σε κάθε νοήμονα άνθρωπο. Και καμία από τις καπιταλιστικές δήθεν δημοκρατίες σας δεν έδωσε δεκάρα για τον Χίτλερ”

“Ο οδηγός που θα μας ξεναγεί στη Μόσχα με το υπηρεσιακό αυτοκίνητο θα δίνει αναφορά στα κεντρικά της KGB. Θα υπάρχουν παρατηρητές στο λόμπι του πολυτελούς ξενοδοχείου όπου θα διαμένουμε, ενός ξενοδοχείου που προορίζεται αποκλειστικά για επισκέπτες από ξένες χώρες φυσικά”