Joseph Conrad, Δύο διηγήματα. Το κτήνος & Il Conde, Εκδόσεις Στιγμός

Είναι σχεδόν αδιάψευστο πως οι μεγάλοι συγγραφείς όπως ο Κόνραντ υπήρξαν και ξεχωριστοί διηγηματογράφοι, μάλιστα τα διηγήματά τους υπήρξαν ένα είδος άσκησης αυτής της τέχνης της γραφής των μυθιστορημάτων που τους έκαναν γνωστούς στην αιωνιότητα και διαχρονικούς στην ιστορία της λογοτεχνίας. Για τον Κόνραντ ισχύει το αντίθετο, καθώς τα μυθιστορήματα υπήρξαν η πρακτική του άσκηση για τα αξεπέραστα διηγήματά του. Τέτοιο παράδειγμα έχει την μεγάλη ευκαιρία να έχει στα χέρια του ο αναγνώστης αφού οι εκδόσεις Στιγμός για ακόμα μια φορά μας εκπλήσσουν ευχάριστα και μας χαρίζουν δύο διηγήματα άξια λόγου, δύο διηγήματα που ξεδιπλώνουν την λογοτεχνικά αφηγηματική δεξιοτεχνία του συγγραφέα της Καρδιάς του σκότους και των άλλων ναυτικών ιστοριών όπως ο Άποικος της Μάλατα που παραμένουν μέχρι και σήμερα αξεπέραστες.

Συγγραφέας των ατελείωτων ταξιδιών και των κρυμμένων πόθων

“Η καρδιά του σκότους”, το εμβληματικό βιβλίο στο οποίο αναφέρθηκα πριν,“Ο νέγρος του νάρκισσου”, “Ο Τυφώνας”, “Η γραμμή της σκιάς” είναι ορισμένα από τα αριστουργήματα που ο Τζόζεφ Κόνραντ άφησε παρακαταθήκη με την μόνη του έγνοια που είχε, να αιχμαλωτίζει την προσοχή του αναγνώστη του. Αυτός ο συντηρητικός κύριος που έχασε τους γονείς του σε πολύ μικρή ηλικία και βρέθηκε να ταξιδεύει στους ωκεανούς ήδη από την ηλικία των 13 χρόνων, υπήρξε μία από τις επιφανέστερες προσωπικότητες που γέννησε η λογοτεχνία. Στα δύο διηγήματα που συμπεριλαμβάνονται σε αυτήν την έκδοση ξετυλίγεται για ακόμα μια φορά το κουβάρι της διηγηματικής του ευφυΐας, αυτής της ικανότητας που είχε να χτίζει μικρές και σύντομες ιστορίες με τέτοια μεστότητα μοναδική.

Μακριά από αυστηρούς λογοτεχνικούς περιορισμούς και ουσιαστικά αυτοδίδακτος, ο Κόνραντ πραγματεύτηκε την ίδια τη ζωή και την κατέθεσε με την ψυχή του έτσι όπως ο ίδιος τη βίωσε και την επιθύμησε, σαν ένας σύγχρονος θαλασσοπόρος που περιπλανήθηκε στη θάλασσα για να γεννήσει με τη γραφή του τις δικές του λογοτεχνικές πολιτείες και τους δικούς αφηγηματικούς κόσμους. “Η δύναμή σου είναι απλώς ένα ατύχημα που οφείλεται στην αδυναμία των άλλων”. Και πράγματι Πολωνός στην καταγωγή, μεγαλωμένος στην Ουκρανία, με γαλλική παιδεία αλλά τελικά πολιτογραφημένος Άγγλος, είχε τη δύναμη, την τόλμη και το θάρρος να γράψει στα Αγγλικά – που δεν ήταν καν η δεύτερή του γλώσσα – βιβλία που σήμερα είναι διαχρονικά και αποκαλυπτικά.

Μέσα από τις ιστορίες αυτές, τις οποίες ο εξαιρετικός μεταφραστής Γιάννης Λειβαδάς συγκαταλέγει στις δέκα πιο περίτεχνες ιστορίες του, ο αναγνώστης μαγεύεται από τον τρόπο με τον οποίο ο Κόνραντ μας μεταφέρει στον δικό του κόσμο, εκείνον που ο ίδιος αγάπησε, τον κόσμο του ταξιδιού και της περιήγησης στο απέραντο της θάλασσας. Δεν μπορείς να μην γοητευτείς από τις περιγραφές του, δεν είναι δυνατόν να μη σαγηνευτείς από το άπειρο και το άγριο της θάλασσας αυτής που τόσο την υμνεί. Γράφει στο διήγημα Το κτήνος: “Μου φαινόταν περίεργο που το καράβι έπρεπε να έχει τέτοια πορεία μέσα στο μπουρίνι, κάθε φορά όμως έκανε να ξεμακρύνει το επανέφερα κοντά στη στεριά. Είχε τόσο σκοτάδι που δεν έβλεπα τίποτα, και η βροχή έπεφτε με το τουλούμι”.

Δεν μπορώ να αποφύγω την σύγκριση με έναν άλλο ταξιδευτή του χρόνου, τον σπουδαίο ζωγράφο Πωλ Γκωγκέν, που για μένα είναι κομβική. Η πνευματική σχέση των δύο, που φυσικά ποτέ δεν γνωρίστηκαν, πηγάζει από το γεγονός πως ο Κόνραντ, σαν αποκαμωμένος από τον κόσμο, αποφάσισε να δοκιμάσει, ακριβώς όπως και ο Γκωγκέν, την τύχη του ανάμεσα σε ιθαγενείς αναζητώντας εκεί αυτό που δεν του προσφέρθηκε στον κύκλο του. Είναι ένα φιλοσοφικό ταξίδι που πραγματοποίησαν και οι δύο – ο Γκωγκέν εξάλλου έπασχε από κατάθλιψη, ίσως και ο Κόνραντ – σε άλλη γη και σε άλλα μέρη, με διαφορετικούς τρόπους και υπό άλλες συνθήκες αλλά με κοινή αφετηρία, την επιθυμία για την ανακάλυψη νέων οριζόντων σαν οι παρόντες να ήταν ανεπαρκείς.

Όλα όσα περιγράφονται εδώ και στις δύο ιστορίες είναι βγαλμένα από την ψυχή του και δη από την νεότητά του. Μην λησμονούμε το γεγονός πως μετά τον θάνατο των γονιών του από φυματίωση, την κηδεμονία ανέλαβε ο θείος του, ο οποίος υπήρξε ο μέντοράς του και ο ευεργέτης του. Στο μόνο μάθημα στο οποίο διέπρεπε ο έφηβος Κόνραντ ήταν η γεωγραφία, παρόλο που ήταν υπό την επίβλεψη δασκάλων ως προς τα υπόλοιπα μαθήματα.  Με δεδομένη την όχι και πολύ καλή κλίση του στη γνώση, ο θείος του αποφάσισε πως ο νεαρός Κόνραντ θα έπρεπε να μάθει κάποια άλλη τέχνη. Αυτό που ο θείος του διέβλεπε για εκείνον ως πιθανή λύση ήταν ο συνδυασμός εμπορικών δραστηριοτήτων και ναυτικών ικανοτήτων. Το 1871 ο Κόνραντ ανακοίνωσε την απόφασή του να εργαστεί ως ναύτης. Να λοιπόν πως συνδέεται η λογοτεχνία με την ίδια τη ζωή μέσα από μία τόσο αυθεντική όσμωση και ζύμωση, η ζωή του Κόνραντ ένα γόνιμο ζυμάρι από το οποίο προέκυψαν λογοτεχνικά καρβέλια.

Έχει σημασία να αναφέρουμε πως μετά την θητεία του στα γαλλικά πλοία εντάχθηκε στο Βρετανικό εμπορικό ναυτικό και παραπάνω από 15 χρόνια ταξίδευε σε διαφόρων ειδών πλοία και σε διάφορες ειδικότητες μέχρι να αποκτήσει τον τίτλο του καπετάνιου. Στα ταξίδια του αυτά δεν έχασε την ευκαιρία να καταγράψει τις εμπειρίες του, να συναναστραφεί διάφορους ανθρώπους, να παρακολουθήσει τις ζωές τους, να γίνουν ένα με το υποσυνείδητό του και να τις εγγράψει στο σκληρό δίσκο του για επεξεργασία. Η παρατήρηση των ανθρώπων αυτών τροφοδότησε τις ιστορίες των βιβλίων του και τους ήρωές του και μάλιστα δεν δίστασε να δανειστεί τα ονόματα πολλών από αυτούς που συνάντησε ή άκουσε και να τα εγγράψει στις αφηγήσεις του. Χαρακτήρες σε βιβλία όπως ο Τυφώνας, ο Νέγρος του Νάρκισσου – εδώ χρησιμοποίησε το όνομα του πλοίου στο οποίο ο ίδιος επέβαινε – ή Η γραμμή της σκιάς, προέρχονται από πραγματικά πρόσωπα, τα οποία κάποιες φορές άλλαξε για χάρη της αφήγησης. Και σαφώς οι δύο αυτές ιστορίες που έχει το βιβλίο αυτό είναι η απόδειξη της τρανότητας της γραφής του που είναι αδιαμφισβήτητα μόνο μία γεύση από το τόσο πλούσιο έργο του.

Σκοτεινές νουβέλες και οι δύο με υπέροχα κινηματογραφικά πλάνα που προσφέρονται για την έβδομη τέχνη – η καρδιά του σκότους έχει ήδη μεταφερθεί στον κινηματογράφο όπως είπα και πριν – θα μας θυμίζει πως πνεύματα όπως αυτό του Κόνραντ δείχνουν σε κάθε ευκαιρία το μεγαλείο της αιωνιότητας και της απεραντοσύνης από την μία και την επισφαλή θέση μας στον κόσμο εν γένει από την άλλη.

“Υπάρχουν καράβια που, σε γενικές γραμμές, τα κουμαντάρεις δύσκολα αλλά μπορείς να είσαι σίγουρος ότι θα λειτουργήσουν ομαλά. Με αυτό το καράβι, όμως, ό,τι κι αν έκανες δεν μπορούσες να είσαι ποτέ βέβαιος για την κατάληξη”

“Εκείνη η τρομερή ένταση του είχε προκαλέσει μια λυσσαλέα πείνα. Άφησε το παγκάκι και αφού περπάτησε για λίγο, βρέθηκε έξω από τους κήπους μπροστά από ένα σταματημένο τραμ, δίχως να έχει καταλάβει πως έφτασε ως εκεί. Μπήκε στο τραμ σαν σε όνειρο, ενστικτωδώς”