Θα ήταν ευχής έργον και φρόνιμο οι ιστορίες να διαβαστούν μέρα γιατί ο αναγνώστης με τέτοιες απόκοσμες αφηγήσεις ενδεχομένως και να χάσει τον ήσυχο ύπνο του. Οι αφηγήσεις που παρουσιάζονται εδώ διαπνέονται από μία έντονη ανησυχία των συγγραφέων για τον κόσμο των ζωντανών νεκρών που διαφεντεύουν τις ζωές και προκαλούν πλείστα ερωτήματα σχετικά με τη ζωή μετά τον θάνατο. Όλες οι ιστορίες εκτυλίσσονται στην επαρχία, μην ξεχνάμε πως οι περισσότερες ιστορίες είναι γραμμένες τον προπροηγούμενο αιώνα ή στις αρχές του προηγούμενου. Σε αντίθεση με τις άλλες δυτικές ιστορίες τρόμου όπου η αγωνία για την βιομηχανική επανάσταση είναι στο επίκεντρο των αφηγήσεων εδώ έχουμε να κάνουμε με ιστορίες νεκρών που στοιχειώνουν τις ζωές των ζώντων και απειλούν τα θεία. Αναδεικνύεται αναμφίβολα μέσα από τις ιστορίες αυτές η έλευση του άγνωστου, η παρουσία και η επέλαση του μεταφυσικού που μεταφράζεται σε εσωτερική διαταραχή και οράματα, σε θέαση νεκρών, οι οποίοι και στοιχειώνουν τον κόσμο των πρωταγωνιστών με κίνδυνο πολλές φορές την ίδια τους τη ζωή. Οι ιστορίες των μύθων και θρύλων είναι εμποτισμένες με ένα άρωμα που ξεπερνά το γήινο και μας φέρνει σε επαφή με κάτι το ξένο, το τρομακτικό, το αλλοπρόσαλλο.
Αλλόκοτες ιστορίες ανθρώπων που αναζητούν απαντήσεις στις μεταφυσικές τους αγωνίες
Οι περισσότερες από αυτές τις απόκοσμες ιστορίες αντλούν την έμπνευσή τους και την ύπαρξή τους από μεταφυσικά γεγονότα που δύσκολα ερμηνεύονται και οι άνθρωποι προσπαθούν να εξηγήσουν με τις λίγες γνώσεις τους φαινόμενα και γεγονότα εντελώς ανεξήγητα αλλά και επικίνδυνα για το ευρύ κοινό. Είναι η δυσκολία να ερμηνεύσουν με ορθόδοξο και λογικό τρόπο τα συμβάντα και αυτό τους οδηγεί στην ερμηνεία χρησιμοποιώντας παραδοξολογίες και μεταφυσικές εξηγήσεις ενώ επιστρατεύουν το θείο για να διώξουν μακριά το κακό που τους συμβαίνει. Κάποιες από αυτές τις ιστορίες είναι πραγματικά ανατριχιαστικές και δίνουν το στίγμα του τρόμου του θανάτου, ένας θάνατος που πολλές φορές έρχεται απότομα και τρομάζει. Οι άνθρωποι εξάλλου διακατέχονται από έντονες ψυχικές αγωνίες και από πάμπολλα ερωτήματα σχετικά με το μέλλον που παραμένει νεφελώδες. Έτσι, βιώνουν ένα ισχυρό σοκ και έναν πανικό από αυτήν την απότομη μετάβαση, δηλαδή από την θρησκεία και τις προκαταλήψεις στην επιστήμη και την νέα πραγματικότητα.
Οι ιστορίες αυτές δείχνουν τον ψυχικό αναβρασμό μέσα από τον φόβο και τον τρόμο, έναν ονειρικό πυρετό που κανείς δεν γνωρίζει μήπως εξελιχθεί σε εφιάλτη. Οι άνθρωποι διακατέχονται από έντονες ψυχικές αγωνίες και από πάμπολλα ερωτήματα σχετικά με το μέλλον που παραμένει νεφελώδες. Έτσι, βιώνουν ένα ισχυρό σοκ και έναν πανικό από αυτήν την απότομη μετάβαση, δηλαδή από την θρησκεία και τις προκαταλήψεις στην επιστήμη και την νέα πραγματικότητα. Οι ιστορίες που συναντάμε εδώ έχουν το μικρόβιο του φόβου, της αμφιβολίας, της αγωνίας και της ανησυχίας των ανθρώπων για τη ζωή μετά τη ζωή αφού πολλοί πιστεύουν πως ο θάνατος είναι μια νέα ζωή ή ακόμα περισσότερο πως η ζωή ξεκινά ουσιαστικά μετά τον θάνατο.
Εκεί στα έγκατα της γης, στα βουνά και στα λαγκάδια, στον ήλιο και στην σκιά, σε κάθε σημείο της επιφάνειας της επαρχίας, όπου όλα διαδραματίζονται υπό το φως της μοίρας που πάλλεται ατάραχα και αδιάλειπτα, πρωταγωνιστούν κάθε λογής μορφές, ανεξήγητες ή οικείες και μας προκαλούν φόβο, αίνιγμα, αγωνία, περηφάνια ή αποξένωση. Εμπνευσμένες εικόνες και περιγραφές που παραπέμπουν στα παράξενα όντα του Μπόρχες με την τερατώδη όψη, τα εφιαλτικά πλάσματα που γεννιούνται στο μυαλό του Γκόγια, τα ηθογραφικά του Μπρίγκελ και τα χαρακτικά του Ντίρερ αλλά και τις μορφές εκείνες που πρωταγωνιστούν στα βιβλία φαντασίας του Τόλκιν τις βρίσκουμε εδώ παραλλαγμένες γιατί οι ιστορίες αυτές αγκαλιάζουν τον συμπαντικό λαβύρινθο της επικράτειας και ξεχωρίζουν μέσα από την γεωγραφική και μυθολογική ελληνική τους διάσταση.
Ο Γιώργος Θάνος που έχει αναλάβει την ανθολόγηση, την εισαγωγή και το επίμετρο αναφέρει στην εισαγωγή του τα εξής ενδιαφέροντα: “Η εικόνα του Έλληνα βρυκόλακα υφαίνεται από ένα πλήθος παραδόσεων που διασώζουν διαφορετικές και αντιφατικές μαρτυρίες σχετικά με την προέλευσή του, την εμφάνισή του και την αποτελεσματική του αντιμετώπιση {…} Στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, ο βρυκόλακας έχει πτωματική εμφάνιση, είναι άγριος, επιθετικός και επικίνδυνος. Τα πάντα πάνω του είναι φρικτά και αποκρουστικά: γαμψά νύχια, μακριά μαλλιά και γένια, φουσκωμένο, πρησμένο σώμα, άγρια, κόκκινα μάτια. Σπανίως πίνει αίμα, συχνότερα όμως καταβροχθίζει ανθρώπινα συκώτια, πίνει το λάδι από τα καντήλια του νεκροταφείου και σπαράζει τα οικόσιτα ζώα”.
Οι συγγραφείς αυτής της ανθολογίας έχουν έναν λόγο καίριο και καταιγιστικό, μια ντοπιολαλιά που μας φέρνει όλο και πιο κοντά στις δοξασίες ενός κόσμου που σήμερα πια τείνει να ξεχαστεί στον καιρό της παγκοσμιοποίησης ενώ παράλληλα εκφράζουν με τις δυναμικές αφηγήσεις τους έναν δυναμικό ποιητικό οίστρο που προηγείται της εξιστόρησης έτσι που μας εισάγει στην αποκοτιά των θεωριών περί της ζωής μετά θάνατον, αιχμαλωτίζοντας την προσοχή μας. Κάτι περίεργο μοιάζει να καιροφυλακτεί σαν μια πόρτα που έχει μείνει ανοικτή και ο αέρας δεν την αφήνει να κλείσει από την ορμητικότητα του ανέμου να παρασύρει τα πάντα στο διάβα του, ο συγγραφέας μπορεί και μας καταφέρνει δίχως να το καταλάβουμε απολαυστικές ενδοφλέβιες ενέσεις προσήλωσης και ξυπνάει τον τρόμο για τα μελλούμενα από την αρχή κιόλας κάθε ιστορίας.
“Ο δεσπότης κατέβηκε χειροπιασμένος από τους παπάδες μέσα στον τάφο, την πάτησε στα στήθια, κι ακούστηκε ένα μεγάλο βογγητό, σαν από τον Κάτω Κόσμο, είπε από το κόκκινο βιβλίο του όλους τους εξορκισμούς κι ύστερα βγήκε πάλι χειροπιασμένος έξω και διάταξε αμέσως ν’ ανοίξουν καινούργιον τάφο, και να βγάλουν την άλιωτη έξω”