Damon Galgut, Αρκτικό καλοκαίρι, Εκδόσεις Διόπτρα

Η διαδρομή προς την σύλληψη της ιδέας και έπειτα της συγγραφής ενός βιβλίου είναι μια διαδικασία πολλές φορές επώδυνη διότι η πορεία προς τη δημιουργία έχει πολλά στάδια και είναι στιγμές που ο εκάστοτε δημιουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με ερωτήματα. Αυτά τα ερωτήματα τα θέτει στον εαυτό του ο ίδιος ο συγγραφέας μήπως και λάβει απαντήσεις μέσα από ένα μονοπάτι έντονου συλλογισμού. Ο κόσμος του συγγραφέα, αλλά και του κάθε δημιουργού, είναι ένας κόσμος ανηφορικός, δύσβατος, αμφίβολος, διαισθητικός αλλά και εμπειρικός. Ωστόσο, κάθε φορά δοκιμάζεται η ίδια του η έμπνευση και έρχεται να επιβεβαιωθεί ο Πικάσο που έλεγε χαρακτηριστικά πως έμπνευση υπάρχει αλλά πρέπει να σε βρει να δουλεύεις. Πρώτα λοιπόν ο Φόρστερ και έπειτα ο Galgut εμπνεύστηκαν τις ιστορίες τους ο καθένας με τον δικό του πολύ προσωπικό τρόπο.

Ένα βιβλίο σταθμός στην παγκόσμια λογοτεχνία δίνει γέννηση σε ένα βιβλίο για το ίδιο το βιβλίο

Ο συγγραφέας Damon Galgut εμπνέεται και γράφει ένα εκπληκτικό και πολύ μοναδικό μυθιστόρημα σχετικά με τον εμβληματικό και ξακουστό Έντουαρντ Μόργκαν Φόρστερ, τον συγγραφέα δηλαδή των κορυφαίων βιβλίων Χάουαρντς Έντ, Δωμάτιο με θέα, Μωρίς και βέβαια του βιβλίου με το οποίο σημάδεψε την ιστορία της λογοτεχνίας με θέμα την αποικιοκρατία, Το Πέρασμα στην Ινδία. Εδώ ουσιαστικά ο Dalgut επιχειρεί να ξεδιπλώσει το κουβάρι της πορείας προς την σύλληψη της ιδέας, μια πορεία δύσκολη, περιπετειώδη, γεμάτη γνωριμίες και επαφές, μια πορεία που τελικά οδήγησε τον Φόρστερ να γράψει ένα σπουδαίο μυθιστόρημα. Τόσο οι περιγραφές όσο και το χτίσιμο όλης της ιστορίας ενέχουν μια θεατρικότητα μέσα από τους διαλόγους που προκύπτουν και μια κινηματογραφική διάθεση εκ μέρους του συγγραφέα καθώς μας μιλά για μέρη στα οποία πήγε και άρα έχει ιδία άποψη όταν τα αφηγείται.

Λίγα λόγια για το Πέρασμα στην Ινδία. Το βιβλίο είναι γραμμένο το 1924 και αναφέρεται στη συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα σε Βρετανούς και Ινδούς στην Ινδία των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Αφορμή για την ανάδειξη των μακροχρόνιων προβλημάτων στη συνύπαρξη των δύο κοινοτήτων ένα οδυνηρό γεγονός, ένα ολέθριο σκάνδαλο με πρωταγωνιστή τον δόκτορα Αζίζ που συγκλονίζει την κοινωνία και εγείρει ερωτήματα και προβληματισμό. Βρισκόμαστε στην εποχή που η έπαρση και η αλαζονική συμπεριφορά των Βρετανών σε βάρος των Ινδών υπηκόων καθίσταται άκρως επικίνδυνη. Οι Βρετανοί αντιμετωπίζουν τους Ινδούς ως υποτελείς και τους συμπεριφέρονται απαξιωτικά.

Υπό αυτές τις συνθήκες και ενώ η πολιτική κατάσταση και η συμβίωση βαδίζουν σε τεντωμένο σχοινί, έρχεται το επεισόδιο της υποψίας απόπειρας βιασμού να ανάψει τη φλόγα και να προκαλέσει αλυσιδωτές “εκρήξεις” ανεξέλεγκτων διαστάσεων. Σε μία επίσκεψη στα σπήλαια Μαραμπάρ, η Βρετανή Αντέλα κατηγορεί τον συνοδό της Ινδό δικαστή Αζίζ για απόπειρα βιασμού εις βάρος της. Ο Φόρστερ ντύνει την ιστορία του με το μανδύα της αβεβαιότητας σε μία χώρα όπου όλα κρέμονται από μία κλωστή και το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο οι αθώοι καθίστανται ένοχοι και οι ένοχοι αθώοι. Η αδηφάγος αποικιοκρατική πολιτική των παραδοσιακών μεγάλων δυνάμεων όπως για παράδειγμα, της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας ενδυνάμωσε την παρουσία των χωρών αυτών στο παγκόσμιο στερέωμα και εδραίωσε δίχως αμφιβολία την ηγεμονία τους.

Λογοτέχνες όπως ο Φόρστερ αλλά και άλλοι όπως ο Σόμερσετ Μομ, ο Κόνραντ, ο Μουλτατούλι, δεν θα μπορούσαν να μην λάβουν το λόγο σε αυτή την αλλόκοτη και απαράδεκτη συγκυρία, καθώς έγιναν οι ίδιοι κοινωνοί των πολλαπλών αντιδράσεων των ανθρώπων και με τη γραφή τους ουσιαστικά επέκριναν με καυστικό τρόπο τις απαράδεκτες μεθόδους καταστρατήγησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της αλαζονείας της εξουσίας των συμπατριωτών τους. Είναι σαφές πως η αποικιοκρατική νοοτροπία, η προκλητική αίσθηση υπεροχής των Δυτικών έναντι πληθυσμών όπως ο ινδικός είναι η ρίζα του κακού των όσων δραματικών έλαβαν χώρα μέχρι την πλήρη ανεξαρτησία των χωρών αυτών και την αποχώρηση των αποίκων από την σφαίρα επιρροής που ασκούσαν για δεκαετίες ολόκληρες χωρίς καμία δικαιοδοσία και έγκριση από τους γηγενείς.

Μέσα από την ιστορία του βιβλίου, προκύπτει πως η αγάπη του για την Ινδία είχε να κάνει τόσο με την κατάσταση εκεί όσο και με τις ερωτικές σχέσεις για αυτό άλλωστε ο Galgut εστιάζει στις ομοφυλοφιλικές προτιμήσεις και επιλογές του Φόρστερ και μεγάλο κομμάτι του βιβλίου αποκαλύπτει όλον αυτόν τον συναισθηματικό πυρετό που πλημμύριζε το μέσα του. Αισθανόταν πιο άνετα στην Ινδία από ότι στην ίδια του τη χώρα και διαβάζουμε χαρακτηριστικά: “Έβλεπε την Ινδία μέσα από τα μάτια του Μασούντ κι αυτό τον έκανε να κατανοεί διαφορετικά τα πράγματα. Δεν τον είχαν αναστατώσει τόσο οι Ινδοί όσο οι συμπατριώτες του ͘  δεν του άρεσε αυτό που είχαν κάνει οι Βρετανοί ούτε το τι είχαν γίνει μέσα από αυτή τη διαδικασία”.

Ο συγγραφέας επικεντρώνεται ιδιαίτερα στον ψυχικό κόσμο του Φόρστερ, στα έντονα συναισθήματα που του προκαλεί η παραμονή του και η ανάγκη του να επιστρέφει πάντα στην Ινδία και αυτό σε σχέση με άλλες χώρες όπως η Αίγυπτος όπου δεν βρίσκει τελικά τόσο ενδιαφέρον όσο στην αγαπημένη του Ινδία. Εξάλλου από την αγάπη του αυτή για την Ινδία θα γεννηθεί και το Πέρασμα στην Ινδία, ως ένας ελάχιστος φόρος τιμής σε αυτόν τον τόπο που τον ενέπνευσε να χτίσει μια ολόκληρη ιστορία. Ο Galgut δίνει στον αναγνώστη την ευκαιρία να ταξιδέψει με τη δική του πολυσύνθετη μηχανή πίσω στον χρόνο και να παρακολουθήσει όλο το χρονικό της έμπνευσης, να αντλήσει πληροφορίες και ύστερα να εισέλθει με περισσότερη γνώση στην ανάγνωση του βιβλίου του Φόρστερ, είναι λοιπόν ένα είδος πεφωτισμένου προθαλάμου.

“Τα προηγούμενα βιβλία του διέθεταν μια ελαφράδα, ένα χιούμορ, που τώρα αγωνιζόταν να ξεθάψει. Επέστρεφε ξανά και ξανά στο θέμα της εξουσίας, της φυλετικής εξουσίας, κι η ασχήμια πρόβαλλε πάλι. Δεν ασχολιόταν ιδιαίτερα με την πολιτική και δεν του άρεσε αυτό που έβγαινε από μέσα του”

“Είχε φέρει μαζί του το μυθιστόρημά του για την Ινδία και κάθε τόσο το έβγαζε και το επεξεργαζόταν, μετακινώντας μια δυο λέξεις εδώ κι εκεί. Είχε διαβάσει μεγαλόφωνα μέχρι και αποσπάσματα σε λίγους από τους καινούριους του γνώριμους, ελπίζοντας να κινητοποιηθεί λίγο”