Η επιστήμη της Ιστορίας μας επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις και πολλά άγνωστα γεγονότα, τα οποία δεν γνωρίζουμε καλά ή και καθόλου σε σχέση με άλλα. Είναι τέτοια η ποικιλία των ιστορικών γεγονότων καθώς τόσο ευρύ το φάσμα της πληροφορίας που πολλές φορές ακόμα και οι ίδιοι οι ιστορικοί εκπλήσσονται. Μια τέτοια περίπτωση είναι η ιστορία των Γερμανών του Καμερούν, οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο στην Ισπανία του Φράνκο κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, μια πτυχή της ιστορίας η οποία είναι άγνωστη σε πολλούς. Αυτό λοιπόν που επιχειρεί ο συγγραφέας Σέρχιο ντελ Μολίνο είναι μέσα από την αφήγηση των επιγόνων της οικογένειας Σούστερ να μας παρουσιάσει τα στοιχεία από τους Γερμανούς του Καμερούν, οι οποίοι παραδόθηκαν στις ισπανικές αρχές και εγκαταστάθηκαν στην Θαραγόθα. Αυτή η εγκατάσταση έγινε μέσα στη δίνη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, σε μια περίοδο όπου η Ισπανία παρέμενε ουδέτερη και δεν είχε ακόμα επελάσει η φρανκική κυριαρχία και μετέπειτα δικτατορία, καθώς μεσολάβησε δύο δεκαετίες μετά ο περίφημος και άκρως αιματηρός Ισπανικός εμφύλιος από το 1936 έως το 1939.
Ένα σκοτεινό παρελθόν μπορεί και σκιάζει το παρόν με λάθη που δεν διορθώνονται
Αυτό που στην ουσία πραγματεύεται ο συγγραφέας είναι τα όσα μας επιφυλάσσει το παρελθόν, το πώς μπορούμε ως συνεχιστές της ιστορίας να διαχειριζόμαστε αυτό το παρελθόν και πώς μπορούμε να αποφύγουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, αλλά και να μην νιώθουμε πως κουβαλάμε το βάρος μιας ενοχής η οποία δεν μας αγγίζει αλλά και δεν μας αναλογεί. Ο Φέδε και η Εύα Σούστερ, παιδιά του Χανς Σούστερ και αδέρφια του Γκάμπι Σούστερ, καλούνται μέσα από το μυθιστόρημα αυτό να καταθέσουν τις δικές τους σκέψεις, αγωνίες και ανησυχίες και να έρθουν αντιμέτωποι με ένα σκληρό και επώδυνο παρελθόν, προσπαθώντας να εξηγήσουν τα όσα διέπραξε ο Ναζί πατέρας τους και ο επίσης κρυφοναζί αδελφός τους. Οι Γερμανοί Ναζί του Καμερούν και της Ισπανίας έδρασαν υποδόρια και υπόγεια, κρύφτηκαν πίσω από ένα φιλοναζιστικό καθεστώς υπό τον Φράνκο και δεν μίλησαν ποτέ ανοιχτά για την σιωπηλή υποστήριξή τους στα εγκλήματα των Ες Ες και του Τρίτου Ράιχ γενικότερα, μια υποστήριξη έμμεση πλην σαφής σε όσα γνωρίζουμε, διότι υπάρχουν και αυτά που σαφώς ακόμα δεν γνωρίζουμε επακριβώς.
Ο Φέδε ξεδιπλώνει με τον τρόπο του την ιστορία του σταυρού που κουβαλά και πασχίζει να διώξει από πάνω του την κατάρα και την ρετσινιά της ναζιστικής αύρας που κάλυπτε για χρόνια την οικογένεια, μια δυσοσμία και ένα απεχθές παρελθόν με το οποίο ο ίδιος επ’ ουδενί δεν ταυτίζεται για κανέναν λόγο. «Με ονόμασαν Φέδε για να μη με πουν Φρίντριχ. Πάντοτε υπήρξα Φέδε, ποτέ Φεδερίκο, το οποίο στην παιδική μου ηλικία δεν ήταν και τόσο όνομα μεγάλου, ούτε θύμιζε στη στιγμή τον ποιητή. Σήμερα, αν κάποιος με πει Φεδερίκο, σκέφτομαι τον Λόρκα, αλλά αυτό συμβαίνει επειδή ζω στη Γερμανία, τριγυρισμένος από φιλολόγους και λογοτεχνίζοντες που σκέφτονται τον Λόρκα αμέσως μόλις διαβάσουν τη λέξη Ισπανία. Κατάφερα να είμαι Φέδε και στα γερμανικά, εκεί όπου φοβόμουν πως θα επαληθευόταν το όνειρο του μπαμπά να γίνω επιτέλους Φρίντριχ. Μονάχα στο στόμα του υπήρξα Φρίντριχ, τις λίγες φορές που με φώναξε τρυφερά».
Είναι μια ολόκληρη διεργασία η αφήγηση του ντελ Μολίνο, ουσιαστικά παρεισφρέει στους ίδιους του τους ήρωες και μας καλεί να τους παρακολουθήσουμε μέσα από μια κλειδαρότρυπα για να αντλήσουμε και εμείς ως αναγνώστες τα συμπεράσματά μας καθώς θα μπορούσαμε να βρισκόμαστε στην δύσκολη θέση τους. Δεν είναι εύκολο να επωμιστείς ένα τόσο βρώμικο και ένοχο παρελθόν και να ζεις συνέχεια στην σκιά των πιο αθόρυβων εγκλημάτων. Είναι τόσο πικρό το ποτήρι που πίνεις καθημερινά γνωρίζοντας πως πατέρας και αδερφός είχαν μια τόσο ενεργή σχέση με το ναζιστικό ιδεώδες, ένα σκοτάδι που μπορεί και συνεχίζει να καλύπτει με σύννεφα το παρόν της Εύας και του Φέδε που απλά επιθυμούν να τελειώνουν με όλο αυτό. Ο συγγραφέας παρακολουθεί λοιπόν όλο αυτό το σκηνικό και μας εντάσσει στην σκέψη των δύο αδελφών ενώ παράλληλα σαν σκηνοθέτης τοποθετεί τους ήρωές του σε ένα σκηνικό θεάτρου κουνώντας κάθε φορά τα νήματα της ιστορίας. «Ζούμε σε κόσμους με άπειρες δυνατότητες. Όλα είναι ορίζοντας. Ζούμε στο χάος και στην τύχη και το αποδεχόμαστε ως σκοπό, ως ιδανική κατάσταση της ύπαρξης. Εσύ δεν το αποδέχεσαι, Φέδε. Εσείς οι ουμανιστές υποκύπτετε σε ένα χάος που απεχθάνεστε. Σας λείπει ο θεός. Περνάτε τη ζωή σας θρηνώντας τον θάνατό του».
Η ιστορία είναι αμείλικτη και τα όσα διαδραματίστηκαν κατά το παρελθόν αποτελούν οδηγό για το μέλλον. Κατά τον Χέγκελ “το μόνο που μας διδάσκει η ιστορία είναι ότι τίποτε δεν μας διδάσκει η ιστορία”. Ο ντελ Μολίνο γνωρίζοντας και μελετώντας την ιστορία επιχειρεί να ρίξει φως σε γεγονότα, να διαφωτίσει τον αναγνώστη του, να βγει και ο ίδιος νικητής από αυτή την έρευνα. Το οδοιπορικό στα ιστορικά γεγονότα που επιχειρεί στο μυθιστόρημα ο εκάστοτε συγγραφέας την άποψη του Χέγκελ έρχεται με τραγικά επίκαιρο τρόπο να επικροτήσει και να επαυξήσει. Διαβάζουμε για παράδειγμα για τους δύο παγκοσμίους πολέμους που συντάραξαν τον κόσμο και λίγο έλειψε να γίνει και ένας τρίτος που μέσα από συγκυρίες διάφορες απεφεύχθη και τα όσα διαβάζουμε είναι κατά κάποιο τρόπο διδακτικά. Ωστόσο, από όσα ζούμε στον τωρινό αιώνα μοιάζει εκείνα τα μαθήματα που αντλήσαμε να μην ήταν τελικά αρκετά και το φάσμα μιας παγκόσμιας νέας σύρραξης πάντα να πλανάται πάνω από τον κόσμο. Όσο όμως πιο πολύ διαβάζουμε για την ιστορία και ειδικά για την πιο πρόσφατη θα έχουμε λιγότερες πιθανότητες να έρθουμε αντιμέτωποι με ένα ακόμα παγκόσμιο μέτωπο, κάτι που φυσικά όλοι απευχόμαστε. Διαβάζοντας τέτοια μυθιστορήματα ένα είναι σίγουρο, πώς η ιστορία πάντα έχει τον τρόπο να ξεκλειδώνει διδαχές, οι οποίες είναι αναμφίβολα πολύτιμες για όλους.
«Βρίσκεστε σε μια πόλη που έχει αρνηθεί να πάρει στα σοβαρά τον εαυτό της, που ποτέ δεν ένιωσε να τη συντρίβει το βάρος της ιστορίας, παρότι δεν της έλειψαν τα κίνητρα για να φορέσει επίσημο ένδυμα και να ψέλνει καθημερινά αμβροσιανούς ύμνους»
