Σε αυτά τα διηγήματα αποκαλύπτεται και αναδύεται η κατάρρευση ενός ονείρου και μίας πολλά υποσχόμενης ευδαιμονίας που εκπροσωπούσε την κοινωνία του μεσοπολέμου και στιγμάτισε μία ολόκληρη εποχή μέχρι το ξέσπασμα του κραχ το 1929 και κατόπιν το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου που ο Φιτζέραλντ “κατάφερε” να μην γευτεί. Θυμίζει αυτή η δεκαετία του 1920 και το σκηνικό που είχε με θεατρικότητα στηθεί στις αρχές του 20ου αιώνα τότε που η belle époque είχε κατακλύσει τον κόσμο με χαρά, ξεγνοιασιά και ανεμελιά. Η ιστορία όμως δυστυχώς έμελλε να επαναληφθεί, μιας και αυτή η εποχή τέλειωσε κι’ αυτή πρόωρα με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και την γνωστή κατάληξη στις ζωές των ανθρώπων και την πίκρα στο στόμα όλων για αυτά που άφησε πίσω ανολοκλήρωτα τόσο σε καλλιτεχνικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
Στα διηγήματα αυτά που είναι ίσης αξίας με τα μυθιστορήματά του, προβάλλει όλη την ατμόσφαιρα χαράς, αυτόν τον ιδανικά πλασμένο και πλασματικό κόσμο που πλημμυρίζει από ανεξέλεγκτες διαστάσεις έκστασης σαν ναρκωτικό. Αυτός ο κόσμος κυβερνάται από μία μυθική πραγματικότητα, πετάει στα σύννεφα αρνούμενος να προσγειωθεί και δεν λογαριάζει επ’ ουδενί τα πρέπει και τα μη, τα όχι και τα δεν. Οι ήρωές του συγγραφέα κολυμπούν σε μία θάλασσα ζωής χωρίς αναστολές, πρωταγωνιστές σε έναν ξέφρενο χορό υπερβολών και ασυδοσίας. Ατελείωτα πάρτυ, άπλετο χρήμα που ρέει και ξοδεύεται ασύστολα και προς κάθε κατεύθυνση σαν αυτό να μην τελείωνε ποτέ. Το ποτό της αμαρτίας να ρέει άφθονο έτσι όπως έρρεε άφθονο το πάθος του Φιτζέραλντ για την Ζέλντα.
