Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Έγκλημα και τιμωρία, Εκδόσεις Μίνωας

Ταπεινός και καταφρονεμένος, αιώνιος σύζυγος, αδερφός του εαυτού του, έφηβος που πέρασε την ζωή του μέσα σε λευκές νύχτες, αυτός είναι ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Είναι και η ενσάρκωση του ανθρώπου που πάσχισε να βρει τα βήματά του, να ξεφύγει από το σκοτάδι του και να ξεφύγει από τα χτυπήματα μίας ζωής που δεν του χάρισε τίποτα. Μία ταλαιπωρημένη ψυχή που με την ευαισθησία του και την ανήσυχη ζωή του κατάφερε σαν ένας άλλος Βαν Γκογκ να μετουσιώσει την οδύνη του σε έργο, ένας Χριστός της καθημερινότητας μέσα σε μία κοινωνία που δεν έχει κατανόηση και χώρο για το διαφορετικό. Σε αυτό το περιβάλλον μεγαλούργησε, η φωνή του μίλησε και στο εμβληματικό και μοναδικό αυτό σύγγραμμα ζει η δική του ψυχή. Το Έγκλημα και Τιμωρία είναι ένα πραγματικό διαμάντι, αν αναλογιστεί κανείς πως ερμηνεύει και αναλύει την ψυχοσύνθεσή μίας ύπαρξης που μέσα στις υπόγειες διαβάσεις και στις σκοτεινές κατακόμβες της σκέψης του πασχίζει αφού τον αναλύσει να τον βγάλει στο φως.

Αναμφίβολα, ο Ντοστογιέφσκι υπήρξε δέσμιος των αδυναμιών του και των έντονων παθών του, αυτές καθρεφτίζει εξάλλου στους ήρωές του. Ξόδευε τόση ενέργεια, επιστράτευε τόση δράση και η τρέλα βρισκόταν ανά πάσα στιγμή στο κατώφλι του μυαλού του με κίνδυνο να χαθεί στα μονοπάτια της χωρίς σχέδιο διάσωσής να προβλέπεται στον ορίζοντα. Οι εθισμοί και οι εξαρτήσεις του, το ποτό, ο τζόγος, η αυτοκαταστροφή και οι αυτοκτονικές τάσεις λοιπόν δεν αποτέλεσαν παρά ένα μέσο εκτόνωσης της καθ’ ομολογία ανεξήγητης, δυσερμήνευτης και σχεδόν θεόσταλτης ιδιοφυίας. Μέσα σε όλον αυτό τον πυρετό και την λάβα που πάντα σιγόκαιγε, δεν έπαψε να γεμίζει το δοχείο της ζωής του με ακραίες συμπεριφορές και ακρότητες γιατί με αυτή την παρά φύση μέθοδο τιθάσευε ο ίδιος τα ατελείωτα και αγριεμένα ένστικτά του. Δεν είναι παράλογη όλη αυτή η παραφορά που τον διακατείχε και αυτά τα στοιχεία και χαρακτηριστικά έχουν και τα πρόσωπά του, ένα από τα οποία είναι ο ίδιος ο Ρασκόλνικωφ, σάρκα εκ της σαρκός του, ο άλλος του εαυτός.

Ένα οικουμενικό μυθιστόρημα που θέτει τον άνθρωπο και τις πράξεις του στο επίκεντρο της κρίσης

Ο Ντοστογιέφσκι άσκησε μέσα από τα έργα του έντονη κριτική και ψυχογράφησε με γλαφυρό και ωμό τρόπο σκηνές από την καθημερινότητα των Ρώσων, πολλές φορές δεχόμενος τα πυρά των κριτικών. Χωρίς οικονομικά μέσα, με ασταθή οικογενειακή και συζυγική ζωή, με άθλιες συνθήκες ζωής και με τις αρρώστιες να τον ταλαιπωρούν συνεχώς, πάλεψε με την συνείδησή του για να καταφέρει να εξωτερικεύσει τα όσα τον απασχολούσαν. Στο Έγκλημα και Τιμωρία απαθανάτισε τον σύγχρονο άνθρωπο που ρέπει μεταξύ λογικής και παραλόγου, μεταξύ ήθους και ανηθικότητας, μεταξύ δύναμης και αδυναμίας. Διαβλέπουμε καθαρά την συναισθηματική φόρτιση, την ψυχανάλυση των χαρακτήρων ανθρώπων που ρέπουν προς την παρανομία και την ανηθικότητα και έναν Ντοστογιέφσκι που μέσα από το κείμενο αυτό εκφράζει την απαραίτητη προσέγγιση στα θεία – ο πατέρας του ήταν κληρικός – ως το μόνο μέσο απελευθέρωσης και απενεχοποίησης της ένοχης ψυχής.

Το βιβλίο αυτό δεν είναι μια απλή ιστορία, στα λόγια του κρύβεται όλη η σοφία του, όλες οι ανησυχίες του, όλος ο εσωτερικός κόσμος μιλάει εδώ και ξετυλίγει τις σκέψεις του Ντοστογιέφσκι για τη ζωή και τον άνθρωπο. Ο Ρασκόλνικωφ, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, είναι ένας διχοτομημένος, ένας ρημαγμένος άνθρωπος, είναι η πεμπτουσία του αμαρτωλού ανθρώπου που οδηγείται στα άκρα, που κατακρημνίζεται και περιμένει την δαμόκλειο σπάθη της τιμωρίας να πέσει ως πέλεκυς επί της κεφαλής του. Ο Ντοστογιέφσκι είναι σκληρός και αδυσώπητος με τον ήρωά του διότι την ίδια στιγμή είναι ανελέητος με τον ίδιο του τον εαυτό και ο ήρωάς του είναι η απόλυτη αντανάκλαση του ίδιου και των σκοταδιών στα οποία έχει περιπέσει χρόνια τώρα. Ο δολοφόνος Ρασκόλνικωφ επιζητά το έγκλημα, όχι για την ίδια την πράξη μα για τον συμβολισμό της πράξης και τις αλλαγές που επιθυμεί να επιφέρει στην κοινωνία μέσω αυτής της επαχθούς ενέργειας. Δεν είναι ένας συνειδητός δολοφόνος, δεν είναι στο αίμα του να σκοτώσει αλλά διέπεται από μια ανάγκη που προκύπτει από τα όσα σκέφτεται συνολικά, οδηγείται στο έγκλημα σε μια στιγμή αδυναμίας, σαν να βρίσκεται σε αρχαία ελληνική τραγωδία.

Είναι η ανάγκη του αυτή να περάσει τις σκέψεις του σε χαρτί και να μας μεταφέρει ως ανταποκριτής της ίδιας του της ζωής όσα δραματικά περνούσε, τόσο στη σχέση του με τη γυναίκα του και την απώλεια του παιδιού τους όσο και τις δικές του εξάρσεις, αντιδράσεις και απογοητεύσεις που τον οδήγησαν στην αυτοκαταστροφή του μέσω του τζόγου και του ποτού. Δεν πτοήθηκε από την εχθρικότητα των ανθρώπων και ψήλωσε μέσα του το κερί της ψυχής του που εκλιπαρούσε για διαφυγή μέσω της δημιουργίας, οδήγησε έτσι την καλλιτεχνική του παρακαταθήκη στις κορυφές της οικουμενικότητας. Διανοητής και εκφραστής-μύστης των πιο μύχιων αγωνιών του μέσω της λογοτεχνίας και κατά προέκταση μέσω των λέξεων, ο Ντοστογιέφσκι έδρασε στο “κρησφύγετο” που ο ίδιος είχε επιλέξει να φωλιάσει τις ιδέες του και εκεί να φιλοξενήσει – μια και ήταν περαστικός από τη ζωή αυτή – το εργαστήριο επεξεργασίας της κρυφής πάλης με το μέσα του. Αυτή η διακαής του επιθυμία και λαχτάρα για ζωή μέσω της τέχνης του είχε κυρίως δύσκολες στιγμές, περισσότερες λύπες και απογοητεύσεις παρά χαρές και ικανοποιήσεις. Και όμως ο ίδιος στάθηκε ζωντανός και όρθιος στις επάλξεις σαν η μοίρα να τον είχε θέσει σε αυτό το μετερίζι μέχρι να ολοκληρώσει και το τελευταίο του αριστούργημα, τους Αδελφούς Καραμαζόφ, μέχρι να πει δηλαδή και την τελευταία του λέξη.

“Ω, Θεέ μου! Τι αηδιαστικά είναι όλα αυτά! Μα είναι δυνατόν, είναι δυνατόν, εγώ…όχι, αυτή η βλακεία, αυτός ο παραλογισμός! πρόσθεσε αποφασιστικά”

“Πάει καιρός που ήταν άρρωστος ͘  μα αυτά που τον τσάκισαν δεν ήταν οι φρικαλεότητες της ζωής στα κάτεργα, ούτε η δουλειά ούτε το φαγητό ούτε το ξυρισμένο κεφάλι ούτε τα κουρελιασμένα ρούχα του”