Κορνήλιος Καστοριάδης, Η αρχαία ελληνική δημοκρατία και η σημασία για μας σήμερα, Εκδόσεις Ύψιλον

Ο χρυσός αιώνας του Περικλή θεμελίωσε αναμφίβολα ένα πολίτευμα το οποίο μέχρι σήμερα συνεχίζει να αποτελεί φάρο δικαιοσύνης και ευνομίας, ένα πολίτευμα που αποτελεί την μόνη σανίδα σωτηρίας απέναντι σε κάθε προσπάθεια υποτροπής της εκάστοτε εξουσίας. Το πολίτευμα αυτό δεν είναι άλλο από την περίφημη δημοκρατία που θεσπίστηκε από τον Κλεισθένη και αποτελεί για πολλά έθνη κληρονομιά ανεκτίμητη και πολύτιμη ως προς την ίδια τους την συνέχεια και ύπαρξη. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, αυτός ο σπουδαίος Έλληνας στοχαστής, ανατρέχει με μία του ομιλία επί ελληνικού εδάφους στο παρελθόν και στην σημασία που έχει η αρχαία ελληνική δημοκρατία για εμάς σήμερα. Ξεδιπλώνει με εξαιρετικό τρόπο όλο το φάσμα των επιχειρημάτων με ευγλωττία και σαφήνεια, σβήνοντας κάθε ικμάδα αμφιβολίας για το αν η δημοκρατία είναι το πλέον ενδεδειγμένο πολίτευμα σε αντίθεση με άλλα.

Ένας πνευματικός άνθρωπος που πάντα είναι απαραίτητος

Ο Καστοριάδης έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στο Παρίσι, ερχόμενος σε επαφή με τον φιλοσοφικό κύκλο της εποχής εκείνης και με την στοχαστική του αύρα μπόρεσε να συλλογιστεί με όχημα το παρελθόν τόσο για το παρόν όσο και για το μέλλον του κόσμου. Όλα αυτά που καταθέτει εδώ είναι διαχρονικές σκέψεις, είναι συλλογισμοί που δεν έχουν ημερομηνία λήξης και που αφορούν σε όλους και σε όλα. Ένας σύγχρονος φιλόσοφος που μας είναι αναγκαίος ειδικά σε περιόδους όπως η σημερινή που όλο και φτωχαίνει πνευματικά. Έχοντας μελετήσει την αρχαία ελληνική σκέψη και έχοντας επενδύσει στην γνώση, κατάφερε να συγγράψει πλήθος βιβλίων και να παραχωρήσει ομιλίες, ανάμεσα στις οποίες και αυτή, που μετατράπηκαν σε βιβλία για να έχουμε και έντυπα τα όσα μας άφησε ως παρακαταθήκη πνεύματος.

Ο θαυμασμός του για την αρχαία Ελλάδα υπήρξε πολύ μεγάλος, ήταν για αυτόν ένας φάρος για την πορεία στο μέλλον, ένα λαμπερό άστρο που δείχνει τον δρόμο για την ανάπτυξη, την ήπια και λελογισμένη ανάπτυξη, για την διαμόρφωση του σύγχρονου ανθρώπου μακριά από ασυδοσίες και ανηθικότητες. Μέσα από την ομιλία του αυτή που χάρη στις εκδόσεις Ύψιλον την έχουμε σε βιβλίο για να ανατρέχουμε σε αυτήν, ο Καστοριάδης σχολίαζε χαρακτηριστικά: “Η αρχαία Ελλάδα δεν είναι πρότυπο, ούτε μοντέλο προς μίμηση, όπως άλλωστε δεν μπορεί να είναι κανένα ιστορικό έργο σε οποιονδήποτε τομέα. Θεωρώ, όμως, ότι μπορεί να λειτουργήσει για μας σαν γονιμοποιό σπέρμα, δεδομένου ότι μας επιτρέπει να δούμε εν τη γενέσει τους πληθώρα στοιχείων πάντοτε επίκαιρων – μπορεί και πρέπει να είναι για μας κέντρισμα, έμπνευση και πηγή ιδεών”.

Ο Καστοριάδης, μέσα από την δική του οπτική γωνία, παρουσιάζει τις πολλαπλές πτυχές της δημοκρατίας και των στόχων της στην σύγχρονη πολιτεία, πρόκειται για ένα πολίτευμα με γερές βάσεις και ισχυρά θεμέλια που στέριωσε χάρη στην φιλοσοφία της συμμετοχής των πολιτών σε αυτήν. Μετά από μία εποχή τυραννίας στην αρχαία Αθήνα, η δημοκρατία ήρθε να δώσει και να προσφέρει λύσεις λογικής, σύνεσης και ηθικής απέναντι σε σφετεριστές της λαϊκής κυριαρχίας που η ίδια η δημοκρατία διαμόρφωσε. Όλοι οι πολίτες είναι ίσοι, υπάρχει ισονομία και ισοπολιτεία, δεν υπάρχει διαχωρισμός προνομίων ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς και όλοι έχουν δικαίωμα στην άποψη και τον λόγο μέσω της Εκκλησίας του δήμου, μία πρώιμη Βουλή όπου οι άνθρωποι συνδιαλέγονταν και αντάλλασσαν απόψεις περί διαφόρων θεμάτων που άπτονταν της πόλης.

Ο ίδιος αναφέρει στην ομιλία του πως “στην αρχαία Ελλάδα ήταν φιλοσοφία πολιτών που συζητούν στην αγορά με άλλους πολίτες, ενώ η φιλοσοφία στις Ινδίες και στην Κίνα έμεινε φιλοσοφία ιερατείου, η φιλοσοφία αυλικών και μανδαρίνων”. Πίσω λοιπόν από την φιλοσοφία που ήταν άμεσα συνυφασμένη με την δημοκρατία και διήγαν βίους παράλληλους, υπήρχε μία πρακτική εφαρμογή της φιλοσοφίας γιατί μέσα από αυτήν σκοπός ήταν η ευημερία των πολιτών και η σκέψη σχετικά με θέματα που απασχολούσαν την καθημερινότητα στην αρχαία Αθήνα. Άρα οι Αθηναίοι με όπλο τον διάλογο είχαν την δυνατότητα να συνδιαμορφώνουν το μέλλον τους και να λύνουν προβλήματα. Βέβαια, η συζήτηση γύρω από το νέο πολίτευμα είχε ήδη ξεκινήσει από πριν και υπήρχε γόνιμο έδαφος ώστε να “καλλιεργηθεί” η ιδέα για αυτήν την μετάβαση σε κάτι για την εποχή ρηξικέλευθο.

Οι τρεις όροι που χρησιμοποιεί και αναπαράγει στην ομιλία του ο Καστοριάδης για να καταδείξει πόσο σημαντική είναι η έννοια δημοκρατία που σήμερα εμείς θεωρούμε αυτονόητη είναι το αυτόνομο, το αυτόδικο και το αυτοτελές και είναι όροι που αποδίδουν τον χαρακτηρισμό της ελευθερίας σε μία πόλη όπως η Αθήνα, όροι που είχε ήδη εγγράψει στον δικό του πολιτικό χάρτη ο Θουκυδίδης. Και αυτό με την έννοια πως εφόσον πληρούνταν αυτές οι βασικές τρεις προϋποθέσεις, τότε η πόλη μπορεί να είναι λειτουργική και αποτελεσματική, οι θεσμοί της επίσης και κατά συνέπεια οι άνθρωποι προστατευμένοι και ελεύθεροι. Η εξουσία λογοδοτεί, η εξουσία ελέγχεται, η εξουσία εξαρτάται από την βούληση του ίδιου του λαού που ψηφίζει και στον οποίο απονέμεται δικαιοσύνη με βάση νόμους και κανόνες συγκεκριμένους.

Στο τέλος της διάλεξης αυτής, η οποία και έλαβε χώρα στο Λεωνίδιο, υπήρξαν και πολλές ερωτήσεις από τους παρευρισκόμενους και ο Κορνήλιος Καστοριάδης έδωσε για άλλη μία φορά τα φώτα του απαντώντας με σύνεση και καίριο τρόπο, ετοιμοπόλεμος καταδεικνύοντας πόσο προσεκτικός είναι στις αναλύσεις του απέναντι σε ένα θέμα όπου δεν χωρούν φανφαρονισμοί και υπερβολές. Ο ίδιος με υψηλό και το αίσθημα του χιούμορ κλείνει την διάλεξή του λέγοντας πως “υπάρχουν και άλλες ερωτήσεις, αλλά θα σταματήσω εδώ γιατί, όπως είπε μια φορά ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, το συνδικάτο μου μου απαγορεύει να δουλεύω μετά τις 12 και είκοσι.” Σε μία εποχή ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης αλλά φτωχής παραγωγής σκέψης άνθρωποι σαν εκείνον με ταπεινότητα και σεμνότητα λείπουν από τις σημερινούς χαλεπούς καιρούς, τουλάχιστον μας έχουν μείνει τα γραπτά τους.

“Πώς είναι δυνατόν να έχουμε μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών εάν οι πολίτες ξέρουν ότι, είτε ενδιαφερθούν είτε όχι, τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει; Ο κάθε πολίτης θα αρχίσει να συμμετέχει όταν θα ξέρει ότι “το να πάω ή όχι στην συνέλευση το βράδυ, μπορεί να παίξει ένα ρόλο”.

“Στην ζωή των Αθηνών, όπως φαίνεται από τον Επιτάφιο, τα άτομα πραγματοποιούνται σαν άτομα συμμετέχοντας σε μια κοινοτική ή κοινωνική ζωή. Αλλιώς το άτομο είναι λειψό, μίζερο ή είναι, το πολύ, παραγνωρισμένος μεγάλος καλλιτέχνης, ο οποίος παράγει μόνος ελπίζοντας στην υστεροφημία.”