Bret Easton Ellis, Αμερικάνικη ψύχωση, Εκδόσεις Οξύ

“Από τη στιγμή που εκθέτεις τα γραπτά σου δημόσια, τα κείμενα δεν σου ανήκουν πλέον. Δεν είναι σελίδες από το προσωπικό σου ημερολόγιο. Για μένα, τα βιβλία μου μπορεί να συμβολίζουν συγκεκριμένα πράγματα, αλλά δεν μπορώ και δεν πρέπει να τα ελέγξω το πώς θα τα εκλάβει κάθε αναγνώστης” αναφέρει ο Έλις σχετικά με το έργο του. Η Αμερικανική ψύχωση, τριάντα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία της, παραμένει ένα βιβλίο διαχρονικό και επίκαιρο και αυτό δίχως αμφισβήτηση, απλά σήμερα έχουν αλλάξει οι τρόποι προβολής του χρήματος και της επίδειξης αυτού. Ακόμα και σήμερα οι σκηνές και οι περιγραφές του Έλις θα προκαλέσουν πολλούς και πολλές, σκανδαλώδης και ωμός ο τρόπος γραφής του και το λεξιλόγιό του, πλην όμως απόλυτα αληθές το σκηνικό που θέτει ενώπιόν μας.

Ένας κόσμος γεμάτος δυστυχία από δολάρια

Ψύχωση με την κατανάλωση, εξάρτηση από κάθε ανόητη απόλαυση, χρήμα που ρέει ασύδοτα και ασύστολα, πλούτος που σπαταλιέται παράλογα ενώ λίγο πιο δίπλα ένας ζητιάνος κρυώνει, ζητά ένα πιάτο φαγητό και εκλιπαρεί για προσοχή. Αυτό αποτελεί δια στόματος Έλις η προσωπογραφία του πρωταγωνιστή του και των φίλων του, άνθρωποι που αναζητούν πώς θα ικανοποιήσουν τις εφήμερες ορέξεις τους και πού θα περάσουν την βραδιά τους, πώς θα επιδείξουν το εγώ τους. Ο Μπέιτμαν είναι ο καθρέφτης του σύγχρονου Αμερικανού – σαν ξεχάστηκε στο μεσοδιάστημα η κρίση του 1929 και τα δεινά που προξένησε – που είναι εξαρτημένος από την λαχτάρα για τον βασιλιά που λέγεται χρήμα, είναι άπληστος. Ο Έλις γράφει ένα μυθιστόρημα με παραδείγματα ανθρώπων που είναι γεμάτοι από δυστυχία, καθώς η μόνη ευτυχία τους είναι το ξόδεμα χρημάτων, δεν έχουν άλλο σκοπό ζωής και άλλη διέξοδο, είναι υπηρέτες του δολαρίου που τους έχει αφαιρέσει κάθε λογική και συναίσθημα.

Περιγράφει τη σύγχρονη Αμερική, που σήμερα είναι ακόμα χειρότερη από ό,τι ήταν τότε, μία χώρα που με πρότυπο τον Ντόναλντ Τραμπ, τον μέχρι πρότινος Πρόεδρο ο οποίος και πρωταγωνιστεί εδώ, επωάζει ήδη το αυγό του φιδιού και την υποκρισία. Ο Τραμπ είναι παρών καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης του Έλις, σχεδόν προφητικά ο συγγραφέας είχε διαβλέψει άραγε την κυριαρχία του στον κόσμο; Και όμως όλοι θαυμάζουν στο πρόσωπο του Τραμπ, τον οικονομικά ισχυρό, τον εξουσιαστή των πάντων και εκείνοι επιστρατεύουν την καταναλωτική τους μανία μήπως και κάπως του μοιάσουν. Η σήψη και η επιτήδευση χορεύουν στους ρυθμούς μιας Σαλώμης και εκόντες άκοντες στέλνουν με την συμπεριφορά τους ανθρώπους στον θάνατο σε μια αυτοκρατορία όπου λαμβάνει χώρα  η πλήρης και παντελής αδιαφορία. Οι μεν δαπανούν, οι δε βρίσκονται στην απόλυτη ένδεια, να η Αμερική των άκρων.

Υπέρογκα ποσά ξοδεύονται για να διασκεδάσουν την ατέρμονη πλήξη τους και ο Έλις, με γραφή σαν το κεντρί της μέλισσας, δείχνει την ωμή πλευρά της αλήθειας. Ο ήρωάς του ζει σε ένα άλλο δικό του παράλληλο σύμπαν, ζει την δική του φανταστική πραγματικότητα παίρνοντας κοκαΐνη, καταναλώνοντας αμέτρητες ποσότητες οινοπνεύματος ενώ αγνοεί παντελώς την κίνηση προς το καλό, ο ψυχισμός του είναι κατασκευασμένος για να προκαλεί κακό δίχως έλεγχο. Είναι ένας φαιδρός άνθρωπος, ένας τύπος του χρηματιστηρίου που νοιάζεται μόνο για την καλοπέρασή του που κλείνεται στον μικρόκοσμό του τυφλωμένος από την εγωπάθειά του. Αρρωστημένος νους με ψυχωτικά σύνδρομα, θύμα των ουσιών που καταναλώνει και τον μεταμορφώνουν σε ζωντανό τέρας, ο Πατ Μπέιτμαν έχει παροπλισμένη ή καθόλου συνείδηση όταν διαπράττει φρικιαστικά εγκλήματα εις βάρος γυναικών και αντρών.

Ένας “εκπολιτισμένος” εγκληματίας που σπέρνει θανατικό

“… ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν έλειπαν μερικοί. Οι ζωές μας δεν συνδέονται μεταξύ τους. Η άποψη αυτή είναι μια μαλακία. Κάποιοι άνθρωποι πραγματικά δεν χρειάζεται να υπάρχουν”. Ανόητες εκπομπές και δήθεν κοινωνικά ευαίσθητες, πανάκριβα ρούχα που δίνουν το στίγμα της ποιότητας του κάθε ανθρώπου, καταστήματα πολυτελείας και αυτοκίνητα πολυτελή, αυτή είναι η ματαιόδοξη πραγματικότητα στην οποία ζει ο Μπέιτμαν. Εθισμένος στο φονικό του ένστικτο και υπηρέτης μιας διαβολικής σεξουαλικής διαστροφής, οδηγεί με το προσωπείο του καλού παιδιού τα θύματά του στο κρεβάτι του για να τα εξολοθρεύσει. Πνίγεται σε έναν κόσμο όπου βασιλεύει το τίποτα του χρήματος και το χρησιμοποιεί για να αποδείξει πως είναι κάτι που αξίζει προσοχής. Υπό την επήρεια των ουσιών αδυνατεί να αντιληφθεί το μέγεθος του κακού που σπέρνει γύρω του.

Η απόλυτη ψυχεδέλεια και ο απόλυτος πανικός – που προέρχεται από τον θεό Πάνα όπως μας αναφέρει ο ίδιος – είναι οι μοναδικοί του σύντροφοι και ο ίδιος έχει μετατραπεί σε έναν κατά συρροή δολοφόνο, είναι άρρωστος ψυχολογικά και πνευματικά και σκοτώνει ανθρώπους στο όνομα μιας αρρωστημένης ψυχαγωγίας που μοιάζει με βιντεοπαιχνίδι. Όλα όσα περιγράφει ο Έλις παρουσιάζουν έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να πρωταγωνιστεί σε ταινία επιστημονικής φαντασίας. Και όμως ο Μπέιτμαν είναι η απόδειξη πως όλα επιτρέπονται, δεν υπόκειται σε κανέναν νόμο και όταν υπάρχει η μικρή υποψία πως ίσως συμμετείχε σε κάποια από τα εγκλήματα, όλα σβήνονται δια μαγείας. Τελικά, επικρατεί το απόλυτο χάος αφού πουθενά και ποτέ δεν βρίσκεται η παραμικρή ένδειξη για όσα έχει διαπράξει. Αλήθεια τι συμβαίνει; Είναι ένας αμετανόητος και επικίνδυνος δολοφόνος που κυκλοφορεί ελεύθερος ή όλα όσα καταθέτει είναι αποκυήματα του μυαλού του και διακαείς πόθοι που πολύ θα ήθελε να πραγματοποιήσει;

“… δεν μου πέρασε απ’ το μυαλό, ποτέ, ότι οι άνθρωποι είναι καλοί ή ότι μπορεί κανείς ν’αλλάξει ή ότι ο κόσμος θα μπορούσε να είναι καλύτερος με την ευχαρίστηση που νιώθει κανείς από ένα συναίσθημα, ένα βλέμμα ή μια χειρονομία, με το να δέχεται την αγάπη ή την καλοσύνη του άλλου”.

“Αν και αρχικά είμαι ικανοποιημένος με τις πράξεις μου, ξαφνικά με καταβάλλει μια πένθιμη απελπισία για το πόσο περιττό, πόσο τρομακτικά ανώδυνο είναι να αφαιρείς τη ζωή ενός παιδιού. Αυτό το πραγματάκι μπροστά μου, μικρό και ζαρωμένο και ματωμένο, δεν έχει πραγματική ιστορία, δεν έχει παρελθόν που να αξίζει, τίποτα δεν έχει χαθεί πραγματικά”