Διονύσης Καψάλης, Η απόσυρση του τεχνίτη, Εκδόσεις Άγρα

Το μεγαλείο του ποιητή είναι αδύνατο να μετρηθεί, ό,τι και να λεχθεί θα είναι πολύ λίγο, το ίδιο και το εκτόπισμα του πνευματικού ανθρώπου. Ο Καβάφης δεν ανήκει σε κανέναν παρά μόνο στην αιωνιότητα και στον κόσμο, σε όλους αυτούς που τον μελετούν και θα συνεχίσουν να τον μελετούν εις το διηνεκές διότι απλά η ποίησή του, το ιστορικό του υπόβαθρο, τα νοήματά του είναι ανεξάντλητα. Κάθε μελέτη αφιερωμένη στον Καβάφη είναι ένα σκαλί στην προσέγγισή του, στην προσπάθεια κατανόησής του, τόσο της προσωπικότητάς του όσο και του πολύπλευρου και πολυδιάστατου έργου του. Το καβαφικό σύμπαν είναι αυτό το οποίο αναλύει ο Διονύσης Καψάλης μέσα από δύο συγκεκριμένα μονοπάτια, δύο διαδρόμους που μας φέρνουν όλο πιο κοντά στην ανάσα του ποιητή. Το ένα αφορά στην ίδια του τη ζωή και το γεγονός πως γηράσκει και άρα πλησιάζει όλο και περισσότερο στον θάνατο, είναι κάτι το οποίο πραγματεύεται σε ποιήματά του, είναι η αδυναμία να αντικρύσει τον χρόνο. Το άλλο έχει να κάνει με την καβαφική αυτοπραγμάτωση, το γεγονός δηλαδή πως ο ποιητής νιώθει πως με κάποιον τρόπο έχει επιτελέσει την αποστολή του, έχει πράξει ορθώς όσα είχε μέσα του ονειρευτεί. 

Μια πεφωτισμένη μορφή των γραμμάτων της οποία το χνώτο ποτέ δεν πρόκειται να σβηστεί

Όπως και να έχει, ο καβαφικός ποιητικός ουρανός είναι απέραντος και η ανησυχία του ποιητή ενώπιον των ιστορικών προσώπων στα οποία αναφέρεται είναι συνεχόμενη. Η ποίησή του στριφογυρίζει γύρω από σκέψεις και αγωνίες δικές του και αυτές αποτυπώνονται, καθρεφτίζονται στα πρόσωπα μέσα από τα οποία μας παρουσιάζεται ο ίδιος. Δεν παύει να αμφιβάλλει διαρκώς, να διερωτάται, να γεφυρώνει το παρόν με το παρελθόν από το οποίο εμπνέεται ωσάν το παρόν να έχει διαβρωθεί, να μην έχει αναπνοές. Δεν είναι τυχαίες οι επιστροφές σε άλλες εποχές τρανές και δοξασμένες, δεν είναι συμπτωματικές οι διδαχές που αντλεί από το αρχαίο ελληνικό στοιχείο. Ο ποιητής θρέφεται και αυτοτροφοδοτείται, σαν να λυτρώνεται από αυτό το ιστορικό πισωγύρισμα, σαν να ζει ξανά τις εποχές, σαν να ταξιδεύει στα χρόνια του Ομήρου. Ο κόσμος του Καβάφη είναι εκτός της εποχής του για αυτό και ο ίδιος είναι πρωτοπόρος στοχαστής δια των ποιημάτων του. Μέσα από την ποίηση επιχειρεί να σβήσει τους επίγειους εφιάλτες των ανθρώπων από τους οποίους σφόδρα απογοητεύεται και κλείνεται στο κελί της γραφής του.

«Τον διδακτικό Καβάφη πιστεύω ότι ο ίδιος ο Καβάφης τον αφήνει πίσω, τον αποβάλλει (που δεν σημαίνει καθόλου ότι τον αποκηρύσσει ή τον υποτιμά) κάπου στο κατώφλι της ωριμότητάς του, όταν αρχίζει και γίνεται όλο και πιο πυκνός ο συνδετικός ιστός ανάμεσα στις άλλες δύο περιοχές, την αισθησιακή και την ιστορική, ώσπου να αποσαφηνιστεί, και στον λιγότερο οξυδερκή αναγνώστη του, η ενότητα του καβαφικού λυρισμού, στην οποία σοφά επέμενε ο Κ.Θ. Δημαράς» γράφει ο Διονύσης Καψάλης προσπαθώντας να ερμηνεύει αυτόν τον σύγχρονο κολοσσό του πνεύματος, έναν άνθρωπο που σαν τον Χριστό ελάχιστοι κατάλαβαν και εκτίμησαν. Ο ίδιος ο Καβάφης όσο μεγαλώνει και βλέπει τον χρόνο να λιγοστεύει γίνεται όλο και πιο εσωστρεφής, το μόνο φως που βλέπει είναι αυτό των λέξεων με τις οποίες συνδιαλέγεται σαν να ήταν άνθρωποι. Ο διάλογος αυτός είναι ενδελεχής, είναι ατέρμονος, είναι επίμονος, είναι η νίκη και η ήττα του. Κάθε βράδυ αναμετριέται με τις λέξεις και κάθε πρωί ρίχνεται και πάλι στον αγώνα.

«Ο Καβάφης είναι πιστεύω ποιητής του μέλλοντος αιώνος, ποιητής υπερ-μοντέρνος», είχε πει ο ίδιος ο Καβάφης όταν ρωτήθηκε για την άποψη που είχε ο ίδιος για το έργο του. Έξω κατακλύζεται από απόγνωση, από απελπισία, του έρχεται να ξεσπάσει σε κλάματα και να χαθεί στα δάκρυά του μήπως και διώξει αυτή την απομόνωση από πάνω του γιατί δεν τον καταλαβαίνει κανείς. Εκεί έρχεται η ποίησή του να φωτίσει το μέσα του και να αναγεννηθεί το είναι του. Μέσα από τα ποιήματα ξεδιπλώνει το φωτεινό του πνεύμα, τις αλήθειες του, εκφράζει τον πόνο της μοναξιάς του και λυτρώνεται. Είναι ένας ξένος ανάμεσα σε ξένους και η ποίησή του, τα διαβάσματά του, απευθύνονται μόνο σε εκείνον, τον αιώνιο ποιητή της μελαγχολίας και του ξεροβοριού, της μοναχικότητας. Και όμως αυτό το σκοτάδι και η μοναχικότητα τον ελκύει σαν μαγνήτης και τον εμπνέει, αυτόν τον εξόριστο ποιητή, τίποτα άλλο δεν τον ικανοποιεί τόσο χαμένος όπως είναι στα όνειρά του και στις σκέψεις του.

Ο οικουμενικός και διαχρονικός Καβάφης απέχει πολύ από το να ερμηνευτεί και να κατανοηθεί γιατί το ποιητικό βάθος και ο στοχασμός του ξεπερνούν το ανθρώπινο και αγγίζουν το υπερβατικό και το θείο. Μέσα όμως στον σκοτεινό αυτό θάλαμο του μυστήριου δωματίου που λέγεται Καβάφης, δοκίμια όπως αυτό εδώ καταφέρνουν, παρά το καταιγισμό πληροφοριών πολλές φορές πολύ εξειδικευμένων που κουράζουν το ευρύ κοινό, να διατρανώσουν τον καβαφικό ειρμό και να προσφέρουν την εξοικείωση με την Καβαφική παράδοση που επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει κινήματα, ανθρώπους και έργα. Συμπερασματικά, ο Καβάφης “κινείται ανάμεσα στην πλήρωση και την στέρηση, τη διάκριση και την απομόνωση, την προβολή και την αφάνεια”. Αυτός ο δισυπόστατος Καβάφης που ακροβατεί ανάμεσα στην ύπαρξη και την ανυπαρξία είναι ένα κεφάλαιο της ελληνικής κληρονομιάς που θα αντέχει στους αιώνες όπως και ο μύθος του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Τελικά, ισχύει στο έπακρον αυτό που επισημαίνει ο Κώστας Βάρναλης πως δηλαδή ο Καβάφης είναι από τους λίγους τεχνίτες του Λόγου που είχε νουν. Και λέγω νουν όχι την πολυμάθεια παρά τη ρεαλιστική όραση και κρίση: την ικανότητα να κρίνει, να κατανοεί ο σκεφτόμενος άνθρωπος πώς και πού βαδίζει ο κόσμος και πού πρέπει να βρίσκεται ο ίδιος. Ο Καβάφης είναι ένα αιώνιο αίνιγμα, το οποίο κάθε φορά ο μελετητής καλείται να λύσει, κάθε μελέτη είναι μια προσπάθεια αποκρυπτογράφησης των κρυφών και καλά κρυμμένων μηνυμάτων που σαν τις πυραμίδες καλούμαστε να ανακαλύψουμε διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας τα ποιήματά του.

«Καθώς «η πραγματικότητα του θανάτου, της σήψης, των γερατειών, δεν μπορεί να τον αφήση ήσυχο», ο τεχνίτης αποχωρεί από το έργο του, αφήνοντας πίσω του ιστορίες, θραύσματα ιστοριών, ιστορίες τρίτων σαν μικρές βιογραφίες, όπου ο βιωμένος χρόνος συμφύρεται κάποτε με τον ιστορικό…»