Το μυθιστόρημα αυτό του Φιτζέραλντ βρίθει αυτοαναφορικών σημείων και αυτό είναι πασιφανές σε κάθε στάση, σε κάθε επεισόδιο που περιγράφει. Εδώ και μέσω των ηρώων του θα καταγράψει τα δικά του παραστρατήματα, τις ατελείωτες παλινωδίες και τον έκλυτο βίο που διάγει χωρίς να σκέφτεται τις συνέπειες των πράξεών του. Η καταστροφή του ήταν η πηγή χαράς του; Γιατί έζησε στα άκρα, αρνήθηκε το μέτρο και δεν χαλιναγώγησε ποτέ ούτε και συγκράτησε την λαχτάρα για γιορτή παρασυρμένος από την γυναίκα του που η απίστευτη ζήλια και η αγάπη του για αυτήν τον οδήγησαν προ τετελεσμένων γεγονότων θέτοντας σε κίνδυνο τις αντιστάσεις και τις αντοχές του. Μιλάει με πραγματικούς όρους δυστυχίας και απότομης λοξοδρόμησης γιατί εκείνος πρώτα από τους ήρωές του δοκίμασε τα χαλινάρια του σε έναν αγώνα που ίσως και να γνώριζε πως δεν θα έβγαινε νικητής.
«Έχασα όλες μου τις ελπίδες πάνω στους δρόμους που οδηγούν στις κλινικές της Ζέλντα». Τελικά πόσο πολύ τον καταρράκωσε αυτό το ψέμα πάνω στο οποίο έχτισε την ταραγμένη ζωή του και τα ίχνη του οποίου δεν μπόρεσε ποτέ να μετρήσει; Στα παιδικά του χρόνια είδε την αποτυχία του πατέρα του να χτυπάει την πόρτα της κατά τα άλλα αριστοκρατικής ζωής της οικογένειας ενώ αργότερα ο ίδιος αδυνατώντας να ορθοποδήσει το ρίχνει στο ποτό ως έναν τρόπο διαφυγής από τα προβλήματα.



